actual accuracy - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

actual accuracy (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η φράση "actual accuracy" αποτελείται από δύο ουσιαστικά: "actual" (πραγματικός/πραγμάτων) και "accuracy" (ακρίβεια).

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή του "actual accuracy" στο Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο (IPA) είναι: /ˈæk.tʃu.əl ˈæk.jʊ.rə.si/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η φράση "actual accuracy" αναφέρεται στην πραγματική ή αληθινή ακρίβεια κάποιου στοιχείου ή μέτρησης. Χρησιμοποιείται συχνά σε επιστημονικά, στατιστικά ή διοικητικά πλαίσια. Η χρήση της φράσης είναι πιο συχνή στο γραπτό λόγο, ειδικά σε αναφορές, μελέτες ή τεχνικά κείμενα.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. The actual accuracy of the data was verified by the research team.
  2. Η πραγματική ακρίβεια των δεδομένων επαληθεύτηκε από την ερευνητική ομάδα.

  3. We need to determine the actual accuracy of the results before publishing them.

  4. Πρέπει να προσδιορίσουμε την πραγματική ακρίβεια των αποτελεσμάτων πριν την δημοσίευση τους.

  5. The study focuses on the actual accuracy required for successful outcomes.

  6. Η μελέτη εστιάζει στην πραγματική ακρίβεια που απαιτείται για επιτυχημένα αποτελέσματα.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η φράση "actual accuracy" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, η λέξη "accuracy" μπορεί να συνδέεται με κάποιες γνωστές εκφράσεις:

  1. To be on target for accuracy
  2. If your measurements are on target for accuracy, you should achieve reliable results.
  3. Αν οι μετρήσεις σου είναι ακριβείς, θα πρέπει να πετύχεις αξιόπιστα αποτελέσματα.

  4. A question of accuracy

  5. This is often a question of accuracy rather than speed.
  6. Αυτό είναι συχνά θέμα ακρίβειας και όχι ταχύτητας.

  7. Accuracy at all costs

  8. We must ensure accuracy at all costs in this important project.
  9. Πρέπει να διασφαλίσουμε την ακρίβεια με κάθε κόστος σε αυτό το σημαντικό έργο.

Ετυμολογία

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - actual: real, genuine, true - accuracy: precision, exactness, correctness

Αντώνυμα: - actual: hypothetical, theoretical, false - accuracy: inaccuracy, imprecision, error



25-07-2024