adenoid - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

adenoid (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Adenoid είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/ˈæd.ən.ɔɪd/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Ο όρος "adenoid" αναφέρεται στον λεμφοειδή ιστό που βρίσκεται στο πίσω μέρος της ρινικής κοιλότητας και παίζει ρόλο στη προστασία του οργανισμού από μολύνσεις. Όταν οι αδένες αυτοί διευρύνονται, μπορεί να προκαλέσουν αναπνευστικά προβλήματα, συχνούς πόνους στο λαιμό ή λοιμώξεις του αυτιού.

Συχνότητα χρήσης

Η λέξη "adenoid" χρησιμοποιείται κυρίως στον ιατρικό τομέα και είναι πιο συνηθισμένη σε γραπτό πλαίσιο παρά στον προφορικό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. The child had to undergo surgery to remove his enlarged adenoid.
    (Το παιδί έπρεπε να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση για να αφαιρεθούν οι διευρυμένοι αδενοειδείς.)

  2. Doctors often check for adenoid problems during a throat examination.
    (Οι γιατροί συχνά ελέγχουν τα προβλήματα με τους αδενοειδείς κατά τη διάρκεια μιας εξέτασης του λαιμού.)

  3. An adenoid infection can lead to hearing loss in children.
    (Μια λοίμωξη του αδενοειδούς μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια ακοής στα παιδιά.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "adenoid" δεν έχει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να εμφανίζεται σε ιατρικά πλαίσια και ειδικές περιγραφές.

  1. The doctor advised against letting the adenoid problem linger for too long.
    (Ο γιατρός συνέστησε να μην αφήνουμε το πρόβλημα με τους αδενοειδείς να διαρκεί πολύ.)

  2. After the adenoid removal, his breathing improved dramatically.
    (Μετά την αφαίρεση των αδενοειδών του, η αναπνοή του βελτιώθηκε δραματικά.)

  3. She was relieved when the adenoid condition was diagnosed early.
    (Ανακουφίστηκε όταν η κατάσταση των αδενοειδών διαγνώστηκε νωρίς.)

Ετυμολογία

Η λέξη "adenoid" προέρχεται από το ελληνικό "αδενοειδής", που σημαίνει "σε μορφή αδένα" (από το "αδένας" και την κατάληξη "-ειδής").

Συνώνυμα και Αντώνυμα



25-07-2024