Adiabetic Efficiency - ο όρος είναι ουσιαστικό.
/ˌeɪ.di.əˈbæt.ɪk ɪˈfɪʃ.ən.si/
Ο όρος "adiabatic efficiency" αναφέρεται στην αποδοτικότητα ενός θερμικού κύκλου ή ενός μηχανήματος, όπου η διαδικασία θεωρείται αδιαβατική, δηλαδή δεν γίνεται ανταλλαγή θερμότητας με το περιβάλλον. Χρησιμοποιείται κυρίως στη μηχανική, τη θερμοδυναμική και τη χημεία. Η συχνότητα χρήσης του είναι υψηλή στους τεχνικούς και επιστημονικούς τομείς, ενώ χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο παρά σε προφορικό.
Η αδιαβατική αποδοτικότητα του συμπιεστή υπολογίστηκε ότι είναι 80%.
Improving the adiabatic efficiency can lead to significant energy savings.
Η βελτίωση της αδιαβατικής αποδοτικότητας μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική εξοικονόμηση ενέργειας.
Engineers often strive to optimize the adiabatic efficiency of thermal systems.
Αν και ο όρος "adiabatic efficiency" δεν είναι συχνά ενσωματωμένος σε ιδιαίτερες ιδιωματικές εκφράσεις, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συζητήσεις όπως οι παρακάτω:
Η επίτευξη υψηλής αδιαβατικής αποδοτικότητας είναι ο στόχος κάθε σχεδίασης θερμοδυναμικού συστήματος.
In competitive energy markets, companies prioritize maximizing their adiabatic efficiency.
Στις ανταγωνιστικές αγορές ενέργειας, οι εταιρείες δίνουν προτεραιότητα στη μεγιστοποίηση της αδιαβατικής αποδοτικότητας.
The relationship between compression ratio and adiabatic efficiency can significantly impact performance.
Η σχέση μεταξύ λόγου συμπίεσης και αδιαβατικής αποδοτικότητας μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την απόδοση.
Many researchers focus on innovative methods to improve adiabatic efficiency in heat exchangers.
Ο όρος "adiabatic" προέρχεται από το ελληνικό "ἀδιάβατος" που σημαίνει "μη διαπερατός". Η λέξη "efficiency" προέρχεται από το λατινικό "efficientia" που σημαίνει "ικανότητα παραγωγής".
Συνώνυμα: - Thermal efficiency - Performance efficiency
Αντώνυμα: - Isothermal efficiency (ισοθερμική αποδοτικότητα) - Inefficiency (αναποτελεσματικότητα)