Ο όρος "adoptive father" είναι ουσιαστικό.
/aˈdɔp.tɪv ˈfɑː.ðər/
Ο όρος "adoptive father" αναφέρεται σε έναν άνδρα που έχει υιοθετήσει ένα παιδί και έχει νομικά και συναισθηματικά δεσμά με αυτό, παρόλο που δεν είναι το βιολογικό του παιδί. Στη γλώσσα των Αγγλικών, ο όρος χρησιμοποιείται για να υπογραμμίσει τη διαφορετική σχέση που προκύπτει από την υιοθεσία.
Ο θετός πατέρας προσπαθεί πάντα να κάνει τον γιο του να νιώθει ξεχωριστός.
She shares a close bond with her adoptive father.
Έχει στενή σχέση με τον θετό της πατέρα.
An adoptive father can provide a loving home for any child in need.
Ο όρος "adoptive father" δεν είναι σύνηθες να χρησιμοποιείται σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να εμφανιστεί σε περιγραφές σχέσεων. Ακολουθούν μερικές προτάσεις που μπορούν να μεταφέρουν σχετικούς συναισθηματικούς τόνος ή έννοιες.
Ένας θετός πατέρας είναι εξίσου σημαντικός με έναν βιολογικό.
Raising a child as an adoptive father can be a rewarding experience.
Η ανατροφή ενός παιδιού ως θετός πατέρας μπορεί να είναι μια ανταποδοτική εμπειρία.
The love of an adoptive father knows no bounds.
Ο όρος "adoptive" προέρχεται από το λατινικό "adoptare", που σημαίνει "να υιοθετώ". Η λέξη "father" προέρχεται από το παλαιό αγγλικό "fæder", που σχετίζεται με το γερμανικό "Vater" και το λατινικό "pater".
Αυτή η παρουσίαση παρέχει μια ολοκληρωμένη εικόνα της φράσης "adoptive father" και την χρήση της στο Αγγλικά.