Aerotropism (ουσιαστικό)
[ˌɛəroʊˈtrɒpɪzəm]
Το aerotropism αναφέρεται στην κατεύθυνση ανάπτυξης ή κίνησης οργανισμών (κυρίως φυτών) ως απόκριση σε αέρια ή μεθόδους αναπνοής που σχετίζονται με το αέρα. Είναι μια μορφή τροπισμού όπου οι παράγοντες που επηρεάζουν την ανάπτυξη είναι κυρίως ατμοσφαιρικοί. Η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως σε βιολογικά και περιβαλλοντικά συμφραζόμενα.
Ο όρος δεν είναι ευρέως διαδεδομένος στην καθημερινή γλώσσα και συναντάται πιο συχνά σε επιστημονικά κείμενα ή μελέτες σχετικές με τη βιολογία και την οικολογία.
Το φυτό εμφάνισε αεροτροπισμό καθώς αναπτυσσόταν προς την περιοχή με πλούσιο οξυγόνο του θερμοκηπίου.
Researchers are studying the role of aerotropism in plant adaptations to changing climates.
Οι ερευνητές μελετούν τον ρόλο του αεροτροπισμού στις προσαρμογές των φυτών σε μεταβαλλόμενα κλίματα.
Aerotropism helps plants optimize their growth by seeking areas with better air quality.
Ο όρος aerotropism δεν είναι μέρος κοινών ιδιωματικών εκφράσεων στην αγγλική γλώσσα. Παρόλα αυτά, περιγράφει μια σημαντική φυσική αντίδραση και μπορεί να συνδεθεί με επιστημονικές διατυπώσεις. Ωστόσο, μπορούμε να εξετάσουμε ορισμένες χρήσεις που περιλαμβάνουν την έννοια του τροπισμού γενικότερα.
Τα φυτά εμφανίζουν φωνιστροπισμό και αεροτροπισμό, αντιδρώντας στις συνθήκες φωτός και αέρα.
Understanding tropisms, such as aerotropism, can help us cultivate more resilient crops.
Η κατανόηση των τροπισμών, όπως ο αεροτροπισμός, μπορεί να μας βοηθήσει να καλλιεργήσουμε πιο ανθεκτικά φυτά.
The study of gravitropism and aerotropism reveals how plants adapt to their environment.
Η λέξη προέρχεται από την ελληνική ρίζα "aero-" (αέρας) και "tropism" (τροπισμός), που αναφέρεται στην κατεύθυνση της ανάπτυξης ή της κίνησης οργανισμών σε σχέση με εξωτερικούς παράγοντες.
Συνώνυμα: - Aerotropism (αυτός ο όρος χρησιμοποιείται αποκλειστικά στο επιστημονικό πεδίο)
Αντώνυμα: - Δεν υπάρχουν απευθείας αντώνυμα για αυτή την εξειδικευμένη λέξη, καθώς συνδυάζει συγκεκριμένες επιστημονικές έννοιες που δεν αντιστρέφονται εύκολα.