Η λέξη "afteryellowing" είναι ουσιαστικό.
/ˌæftərˈjɛloʊɪŋ/
Η λέξη "afteryellowing" αναφέρεται σε μια κατάσταση κατά την οποία το χρώμα ενός υλικού ή ενός αγαθού γίνεται κίτρινο και αυτό συμβαίνει μετά από μια συγκεκριμένη διαδικασία ή έκθεση σε συνθήκες (π.χ. φωτός, υγρασίας). Χρησιμοποιείται κυρίως σε τεχνικά και επιστημονικά συμφραζόμενα, π.χ. στη βιομηχανία εκτύπωσης ή στα υλικά κατασκευών.
Χρησιμοποίηση στη γλώσσα Αγγλικά: Η λέξη "afteryellowing" είναι πιο συχνά χρησιμοποιούμενη σε γραπτά κείμενα, κυρίως από ειδικούς ή επαγγελματίες στον τομέα της χημείας ή της μηχανικής. Στον προφορικό λόγο, η χρήση της είναι περιορισμένη.
Το έγγραφο παρουσίαζε σημάδια μετά την κίτρινη χροιά λόγω της παρατεταμένης έκθεσης στο ηλιακό φως.
Afteryellowing can severely affect the aesthetic quality of printed materials.
Η λέξη "afteryellowing" δεν είναι κοινώς χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, αν μπορούσαμε να υποθέσουμε κάποιες φράσεις που σχετίζονται με την κατάσταση του να θολώνει ή να υποβαθμίζεται κάτι, θα μπορούσαμε να πούμε:
"Με την κίτρινη χροιά των παλιών φωτογραφιών, οι τεχνικές συντήρησης γίνονται απαραίτητες."
"The afteryellowing of the paint on the wall indicated a need for repainting."
Η λέξη formada από το πρόθεμα "after-" που σημαίνει "μετά" και το ουσιαστικό "yellowing" που προέρχεται από το ρήμα "yellow" (κειμήλιο) με το κατάληξη "-ing".
Συνώνυμα: - Discoloration (αποχρωματισμός) - Toning down (ήπιανση)
Αντώνυμα: - Brightening (φωτεινότητα) - Clarity (καθαρότητα)