Όρος: ουσιαστικό
Φωνητική μεταγραφή: /ˌæl.kə.həˈzaɪ.ʃən/
Η λέξη "alcoholization" αναφέρεται στη διαδικασία ή την κατάσταση κατά την οποία ένα άτομο ή ένα υλικό εκτίθεται σε αλκοόλ ή μετατρέπεται σε αλκοόλη. Χρησιμοποιείται συχνά στον τομέα της βιοχημείας και της ιατρικής, για να περιγράψει καταστάσεις που σχετίζονται με την κατανάλωση αλκοόλ, καθώς και στη διαδικασία παραγωγής αλκοολούχων ποτών.
Η λέξη εμφανίζεται λιγότερο συχνά στον προφορικό λόγο και περισσότερο στις επιστημονικές και τεχνικές γραφές.
The alcoholization of the beverage caused its strong flavor.
Η αλκολοποίηση του ποτού προκάλεσε την έντονη γεύση του.
Alcoholization can lead to health issues if not regulated.
Η αλκολοποίηση μπορεί να οδηγήσει σε προβλήματα υγείας αν δεν ρυθμιστεί.
The study focused on the alcoholization process in fermentation.
Η μελέτη επικεντρώθηκε στη διαδικασία αλκολοποίησης στη ζύμωση.
Η λέξη "alcoholization" δεν είναι ευρέως χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορώ να δώσω μερικές προτάσεις που συνεχάρια την έννοια της:
His alcoholization during the party crossed all limits.
Η αλκολοποίηση του κατά τη διάρκεια του πάρτι ξεπέρασε κάθε όριο.
The alcoholization process in brewing is crucial for flavor.
Η διαδικασία αλκολοποίησης στην παραγωγή μπύρας είναι κρίσιμη για τη γεύση.
Too much alcoholization can lead to serious health consequences.
Πολύς αλκολοποίηση μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές συνέπειες για την υγεία.
Η λέξη "alcoholization" προέρχεται από τη λέξη "alcohol" (αλκοόλ) με την προσθήκη της κατάληξης "-ization", που σημαίνει τη διαδικασία ή την κατάσταση κατά την οποία κάτι μεταμορφώνεται ή αποκτά μια συγκεκριμένη ιδιότητα.
Συνώνυμα: - αλκοολική κατάσταση - αλκοολισμός (σε ορισμένες περιπτώσεις)
Αντώνυμα: - αποευθυγράμμιση (de-alcoholization) - αποπολύτιση
Αυτή είναι μια πλήρης ανάλυση της λέξης "alcoholization". Αν έχετε περαιτέρω ερωτήσεις ή χρειάζεστε περισσότερες πληροφορίες, μην διστάσετε να ρωτήσετε!