aldosterone - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

aldosterone (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Φωνητική μεταγραφή

/ælˈdɒstəˌroʊn/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η αλδοστερόνη είναι μια κορτικοστεροειδής ορμόνη που παράγεται από τα επινεφρίδια. Ρυθμίζει την ισορροπία του νερού και των ηλεκτρολυτών στο σώμα, κυρίως μέσω της επαναρρόφησης του νατρίου στα νεφρά. Η παραγωγή της αλδοστερόνης αυξάνεται σε απάντηση της χαμηλής πίεσης αίματος ή της χαμηλής συγκέντρωσης νατρίου.

Χρήση στη γλώσσα Αγγλικά

Η λέξη "aldosterone" χρησιμοποιείται κυρίως σε ιατρικά και βιολογικά συμφραζόμενα, και συχνά αναφέρεται σε κλινικές συζητήσεις ή έρευνες σχετικές με τον έλεγχο της αρτηριακής πίεσης και τις παθήσεις των επινεφριδίων. Χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτά κείμενα, όπως ιατρικές αναφορές και δοκίμια.

Παραδείγματικές προτάσεις

  1. The doctor ordered a test to measure aldosterone levels in the patient.
    Ο γιατρός ζήτησε μια εξέταση για να μετρήσει τα επίπεδα αλδοστερόνης στον ασθενή.

  2. High levels of aldosterone can lead to hypertension.
    Υψηλά επίπεδα αλδοστερόνης μπορεί να οδηγήσουν σε υπέρταση.

  3. Aldosterone plays a crucial role in regulating sodium balance in the body.
    Η αλδοστερόνη παίζει κρίσιμο ρόλο στη ρύθμιση της ισορροπίας του νατρίου στο σώμα.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "aldosterone" δεν χρησιμοποιείται ιδιαίτερα σε ιδιωματικές εκφράσεις στην καθημερινή ομιλία. Στην ιατρική κοινότητα, ωστόσο, υπάρχουν κάποιες φράσεις και συναφείς όροι που περιλαμβάνουν την αλδοστερόνη:

  1. The renin-angiotensin-aldosterone system (RAAS) is essential for blood pressure regulation.
    Το σύστημα ρενίνης-αγγειοτασίνης-αλδοστερόνης (RAAS) είναι ζωτικής σημασίας για τη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης.

  2. Increased aldosterone secretion can be a sign of adrenal tumors.
    Αυξημένη έκκριση αλδοστερόνης μπορεί να είναι ένδειξη όγκων των επινεφριδίων.

  3. Drugs that block aldosterone are used to treat heart failure.
    Φάρμακα που μπλοκάρουν την αλδοστερόνη χρησιμοποιούνται για την θεραπεία της καρδιακής ανεπάρκειας.

Ετυμολογία

Η λέξη "aldosterone" προέρχεται από τον συνδυασμό του "aldose" (μια κατηγορία σακχάρων) και του "steroid" (στεροειδές). Η σύνθεση αυτή προήλθε στα 1950s όσο οι επιστήμονες ανακάλυπταν τις ορμόνες των επινεφριδίων.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα:
- Νεφροκαρδιογενής ορμόνη

Αντώνυμα:
Η αλδοστερόνη δεν έχει συγκεκριμένα αντώνυμα, αλλά μπορεί να συγκριθεί με άλλες ορμόνες όπως η επαλιπιδιδόλη, οι οποίες έχουν αντίθετες ή διαφοροποιημένες λειτουργίες.



25-07-2024