Φράση (Phrase)
/ɔːl əˈkɜːrənsɛs ˈsæmplɪŋ/
Ο όρος "all occurrences sampling" αναφέρεται σε μια μέθοδο δειγματοληψίας που χρησιμοποιείται για τη συλλογή δεδομένων από όλα τα παραδείγματα ή συμβάντα ενός συγκεκριμένου φαινομένου. Αυτή η μέθοδος είναι συχνά χρήσιμη σε ερευνητικά και στατιστικά πλαίσια, καθώς επιτρέπει στους ερευνητές να έχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα του φαινομένου που μελετούν.
Η χρήση του εν λόγω όρου είναι πιο κοινή σε ακαδημαϊκά και ερευνητικά κείμενα, παρά στην καθημερινή ομιλία.
The researchers employed all occurrences sampling to ensure comprehensive data collection.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν τη δειγματοληψία όλων των συμβάντων για να διασφαλίσουν την εκτενή συλλογή δεδομένων.
All occurrences sampling allows for a deeper understanding of the studied phenomenon.
Η δειγματοληψία όλων των εμφανίσεων επιτρέπει μια βαθύτερη κατανόηση του μελετώμενου φαινομένου.
By using all occurrences sampling, we can avoid bias in our results.
Χρησιμοποιώντας τη δειγματοληψία όλων των συμβάντων, μπορούμε να αποφύγουμε προκαταλήψεις στα αποτελέσματά μας.
Ο όρος "all occurrences sampling" δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένος σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορεί να συνδυαστεί με άλλες έννοιες σε αναφορές της μεθοδολογίας. Δύο ευρύτερες φράσεις όπου μπορεί να είναι χρήσιμος είναι:
"Για να συλλέξουμε αξιόπιστες πληροφορίες, η δειγματοληψία όλων των συμβάντων είναι ουσιώδης."
"In longitudinal studies, employing all occurrences sampling can enhance the validity of findings."
Ο όρος προέρχεται από την ένωση των λέξεων "all" (όλα) και "occurrences" (συμβάντα ή εμφανίσεις) με το "sampling" (δειγματοληψία). Αυτός ο συνδυασμός υποδηλώνει τη διαδικασία λήψης δείγματος από όλα τα διαθέσιμα δεδομένα ή παραδείγματα.
Συνώνυμα: - comprehensive sampling - full sampling
Αντώνυμα: - selective sampling - random sampling