Allesthesia: ουσιαστικό.
/ˌɔː.lɛsˈθiː.ʒə/
Η allesthesia αναφέρεται σε μια νευρολογική ή ψυχολογική κατάσταση κατά την οποία ένα άτομο βιώνει ένα ερέθισμα σε ένα μέρος του σώματος, αλλά την αντίληψή του γι' αυτό το ερέθισμα το τοποθετεί σε άλλη θέση. Αυτό συνήθως συμβαδίζει με ανωμαλίες στην επεξεργασία των αισθήσεων. Είναι μια σπάνια αλλά ενδιαφέρουσα κατάσταση που μελετάται κυρίως στον τομέα της νευροεπιστήμης.
Χρήση στη γλώσσα: Η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως σε επιστημονικά ή ιατρικά πλαίσια και δεν είναι συχνά εμφανής στον καθημερινό λόγο. Η χρήση της είναι πιο συνηθισμένη σε γραπτό κείμενο.
"Οι ασθενείς με αλλοαισθησία μπορεί να αισθάνονται αισθήματα σε διάφορα μέρη του σώματός τους."
"Understanding allesthesia can help in treating certain neurological disorders."
"Η κατανόηση της αλλοαισθησίας μπορεί να βοηθήσει στη θεραπεία ορισμένων νευρολογικών διαταραχών."
"In some cases, allesthesia is associated with phantom limb syndrome."
Η λέξη allesthesia δεν εμφανίζεται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αφού είναι μια πολύ συγκεκριμένη ιατρική όρος. Ωστόσο, μπορούν να δημιουργηθούν παραδείγματα με βάση επιστημονικές έννοιες.
"Η αλλοαισθησία του λειτουργεί ως υπενθύμιση της πολύπλοκης ερμηνείας των αισθητηριακών πληροφοριών από τον εγκέφαλο."
"Research on allesthesia helps explore the boundaries of our sensory experiences."
"Η έρευνα για την αλλοαισθησία βοηθά στην ανακάλυψη των ορίων των αισθητηριακών μας εμπειριών."
"Allesthesia highlights the intricacies of the human nervous system."
Η λέξη "allesthesia" προέρχεται από την ελληνική λέξη "allos" που σημαίνει "άλλος" και "aisthesis" που σημαίνει "αίσθηση". Έτσι, κυριολεκτικά σημαίνει "άλλη αίσθηση".
Συνώνυμα: - Αλλαξιοείδισις ( λιγότερο κοινό) - Αίσθηση σε άλλη θέση
Αντώνυμα: - Χωρίς αλλοαισθησία (normal perception) - Στοιχειώδης αίσθηση
Η λέξη "allesthesia" δεν έχει πολλή χρήση στην καθημερινή γλώσσα και συνδέεται κυρίως με επιστημονική ή ιατρική ορολογία.