allowed state - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

allowed state (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

"Allowed state" είναι ένα φράση που χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/əˈlaʊd steɪt/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

  1. Επιτρεπόμενη κατάσταση
  2. Εγκεκριμένη κατάσταση

Σημασία της λέξης

Η φράση "allowed state" αναφέρεται σε μία κατάσταση ή κατάσταση που έχει εγκριθεί ή επιτραπεί, συχνά στο πλαίσιο διαδικασιών, πολιτικών ή κανόνων που προσδιορίζουν ποια συμπεριφορά ή κατάσταση είναι ή δεν είναι αποδεκτή.

Χρήση στη γλώσσα Αγγλικά: Χρησιμοποιείται κυρίως σε τεχνικά ή νομικά κείμενα, αλλά μπορεί επίσης να συναντηθεί σε γενικές συζητήσεις για την πολιτική ή τις κανονιστικές ρυθμίσεις.

Συχνότητα χρήσης: Χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό κείμενο παρά στον προφορικό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. The allowed state for the application is when all conditions are met.
  2. Η επιτρεπόμενη κατάσταση για την αίτηση είναι όταν πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις.

  3. In the allowed state, the system functions optimally and efficiently.

  4. Στην επιτρεπόμενη κατάσταση, το σύστημα λειτουργεί με βέλτιστο και αποδοτικό τρόπο.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η φράση "allowed state" μπορεί να μην είναι διαδεδομένη ως μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά σχετίζεται με έννοιες όπως:

  1. "In a state of compliance" (Σε κατάσταση συμμόρφωσης)
  2. The company must operate in a state of compliance with the local laws.
  3. Η εταιρεία πρέπει να λειτουργεί σε κατάσταση συμμόρφωσης με τους τοπικούς νόμους.

  4. "State of readiness" (Κατάσταση ετοιμότητας)

  5. The team is always in a state of readiness to respond to emergencies.
  6. Η ομάδα είναι πάντα σε κατάσταση ετοιμότητας να ανταποκριθεί σε έκτακτες ανάγκες.

  7. "Allowed to operate" (Επιτρέπεται να λειτουργεί)

  8. The business is allowed to operate under specific conditions set by the authorities.
  9. Η επιχείρηση επιτρέπεται να λειτουργεί βάσει συγκεκριμένων προϋποθέσεων που έχουν τεθεί από τις αρχές.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "allowed" προέρχεται από το παλιό αγγλικό "alouen" ή "allouen" που σημαίνει "να δίνεις άδεια", ενώ η λέξη "state" προέρχεται από τη λατινική λέξη "status" που σημαίνει "κατάσταση".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Permitted state (Επιτρεπόμενη κατάσταση) - Authorized condition (Εγκεκριμένη κατάσταση)

Αντώνυμα: - Prohibited state (Απαγορευμένη κατάσταση) - Disallowed condition (Μη επιτρεπόμενη κατάσταση)



25-07-2024