Φράση (Adverbial Phrase)
/ˈɔl.məʊst kənˈtɪn.ju.əs/
Η φράση "almost continuous" αναφέρεται σε κάτι που συμβαίνει σχεδόν χωρίς διακοπή. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει καταστάσεις, γεγονότα ή διαδικασίες που διαρκούν για μεγάλα χρονικά διαστήματα, με ελάχιστες ή καθόλου διακοπές. Στην αγγλική γλώσσα, αυτή η φράση χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό λόγο όσο και στο γραπτό πλαίσιο, αλλά είναι πιο συνηθισμένη σε τεχνικές ή γραπτές περιγραφές.
The rain was almost continuous throughout the night.
Η βροχή ήταν σχεδόν συνεχής καθ' όλη τη διάρκεια της νύχτας.
The noise from the construction site has been almost continuous.
Ο θόρυβος από την οικοδομή ήταν σχεδόν συνεχής.
Her attention was almost continuous during the lecture.
Η προσοχή της ήταν σχεδόν συνεχής κατά τη διάρκεια της διάλεξης.
Η φράση "almost continuous" μπορεί να ενσωματωθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που περιγράφουν επαναλαμβανόμενες ή σχεδόν αδιάκοπες καταστάσεις.
The service at the restaurant was almost continuous, ensuring no one waited too long.
Η εξυπηρέτηση στο εστιατόριο ήταν σχεδόν συνεχής, διασφαλίζοντας ότι κανείς δεν περίμενε πολύ.
His work on the project was almost continuous, leading to a successful outcome.
Η εργασία του στο έργο ήταν σχεδόν συνεχής, οδηγώντας σε επιτυχημένο αποτέλεσμα.
We had almost continuous discussions about the project to ensure its success.
Είχαμε σχεδόν συνεχείς συζητήσεις για το έργο προκειμένου να διασφαλίσουμε την επιτυχία του.
The movie was almost continuous action, keeping the audience engaged.
Η ταινία είχε σχεδόν συνεχείς δράσεις, κρατώντας το κοινό ενδιαφέρον.
The feedback from users was almost continuous during the testing phase.
Η ανατροφοδότηση από τους χρήστες ήταν σχεδόν συνεχής κατά τη διάρκεια της φάσης δοκιμών.
Η λέξη "almost" προέρχεται από το παλαιότερο Αγγλικό "al umost", που σημαίνει "πάνω από το περισσότερο". Η λέξη "continuous" προέρχεται από τη Λατινική "continuus", που σημαίνει "αδιάκοπος". Έτσι, η φράση "almost continuous" συνδυάζει αυτές τις έννοιες για να εκφράσει μια κατάσταση που είναι σχεδόν αδιάκοπη.
Συνώνυμα: - nearly continuous - constantly
Αντώνυμα: - sporadic - intermittent