alternative denial (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Μέρος του λόγου
alternative: ουσιαστικό / επίθετο
denial: ουσιαστικό
Φωνητική μεταγραφή
alternative: /ælˈtɜːrnətɪv/
denial: /dɪˈnaɪəl/
Επιλογές μετάφρασης
alternative: εναλλακτικός, επιλογή
denial: άρνηση, απαγόρευση
Σημασία της λέξης
alternative denial: Η φράση αναφέρεται σε μια εναλλακτική μορφή άρνησης, όπου μπορεί κάποιος να διαλέξει ή να προτιμήσει μία εναλλακτική προσέγγιση ή απάντηση που υποδηλώνει άρνηση σε μια κατάσταση ή πρόταση. Αυτή η φράση χρησιμοποιείται συχνά σε ψυχολογία, θεραπεία ή σε διαπραγματεύσεις.
Η συχνότητα χρήσης της φράσης "alternative denial" δεν είναι ιδιαίτερα υψηλή και συναντάται κυρίως σε γραπτό κείμενο και ακαδημαϊκές μελέτες, παρά στον προφορικό λόγο.
Παραδείγματα προτάσεων
The therapist suggested an alternative denial to help him cope with his situation.
Ο θεραπευτής πρότεινε μια εναλλακτική άρνηση για να τον βοηθήσει να αντιμετωπίσει την κατάσταση του.
Many people resort to alternative denial when faced with difficult truths.
Πολλοί άνθρωποι καταφεύγουν σε εναλλακτική άρνηση όταν αντιμετωπίζουν δύσκολες αλήθειες.
Ιδιωματικές εκφράσεις
Η φράση "alternative denial" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις από μόνη της, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με άλλες φράσεις ή έννοιες, για να περιγράψει καταστάσεις.
Choosing alternative denial can sometimes be a defense mechanism.
Η επιλογή της εναλλακτικής άρνησης μπορεί μερικές φορές να είναι μηχανισμός άμυνας.
In negotiations, alternative denial might serve to soften the impact of rejection.
Στις διαπραγματεύσεις, η εναλλακτική άρνηση μπορεί να σκοπό να μετριάσει τις συνέπειες μιας απόρριψης.
He often employs alternative denial when he's uncomfortable with criticism.
Συχνά χρησιμοποιεί εναλλακτική άρνηση όταν νιώθει άβολα με την κριτική.
Ετυμολογία
Alternative: Προέρχεται από το λατινικό "alternare" που σημαίνει "να εναλλάσσω" και "alternativus", το οποίο σημαίνει "εναλλακτικός".
Denial: Προέρχεται από το λατινικό "denegare" που σημαίνει "να αρνηθώ".