Ουσιαστικό
/ˌæməˈloʊdʒɪnɪnz/
Οι αμελογενίνες είναι μια ομάδα πρωτεϊνών που συμμετέχουν στην ανάπτυξη και στη δομή των δοντιών. Παίζουν καθοριστικό ρόλο στη μεσολάβηση της ενδογενετικής διαδικασίας κατά την ανάπτυξη των δοντιών και της αδαμαντίνης.
Οι αμελογενίνες είναι σημαντικές bioρρυθμιστικές πρωτεΐνες της αδαμαντίνης και χρησιμοποιούνται σε έρευνες που αφορούν την οδοντιατρική και την ανάπτυξη των δοντιών. Η χρήση της λέξης είναι πιο συχνή σε επιστημονικά και ιατρικά κείμενα.
Οι αμελογενίνες παίζουν καθοριστικό ρόλο στη διαδικασία σχηματισμού της αδαμαντίνης.
Recent studies have shown the importance of amelogenins in dental research.
Οι αμελογενίνες δεν χρησιμοποιούνται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά είναι σημαντικές σε πολλές επιστημονικές αναφορές. Ορισμένα παραδείγματα που σχετίζονται με την επιστήμη των δοντιών περιλαμβάνουν:
Η μελέτη των αμελογενινών είναι απαραίτητη για την κατανόηση των οδοντικών ανωμαλιών.
Advancements in genetic research have highlighted amelogenins as key factors in enamel-related disorders.
Η λέξη "amelogenin" προέρχεται από την ελληνική λέξη "amelos" (αδαμαντίνη) και το "genin" που σημαίνει "παράγοντας/προϊόν".
Συνώνυμα: - πρωτεΐνες αδαμαντίνης - εκκριτικές πρωτεΐνες
Αντώνυμα: - δεν υπάρχουν στενά αντώνυμα στον επιστημονικό τομέα, καθώς οι αμελογενίνες είναι ειδικές για την παραγωγή αδαμαντίνης.