Ο συνδυασμός λέξεων "ammunition depot" είναι ένα ουσιαστικό.
/a.məˈnɪʃ.ən ˈdiː.poʊ/
Ο όρος "ammunition depot" αναφέρεται σε μία εγκατάσταση ή αποθήκη όπου φυλάσσονται πυρομαχικά και εκρηκτικά για στρατιωτικούς ή άλλους σκοπούς. Αυτές οι εγκαταστάσεις είναι συνήθως καλά φυλαγμένες και ελέγχονται αυστηρά, δεδομένης της επικινδυνότητας των περιεχομένων τους.
Χρήση στη γλώσσα Αγγλικά: Ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως σε στρατιωτικά και βιομηχανικά συμφραζόμενα. Έχει υψηλή συχνότητα χρήσης σε γραπτό κείμενο, ιδιαίτερα σε στρατηγικά, ιστορικά ή τεχνικά κείμενα.
Προφορικός λόγος: Χρησιμοποιείται λιγότερο συχνά στον προφορικό λόγο εκτός από συζητήσεις που σχετίζονται με στρατιωτικά ζητήματα.
Ο στρατός κατασκεύασε μια νέα αποθήκη πυρομαχικών κοντά στα σύνορα.
Security measures at the ammunition depot have been tightened.
Τα μέτρα ασφαλείας στην αποθήκη πυρομαχικών έχουν ενισχυθεί.
Each ammunition depot must comply with strict regulations.
Ο όρος "ammunition" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με την έγκαιρη προετοιμασία ή τη συλλογή πληροφοριών. Παρόλο που η φράση "ammunition depot" δεν είναι συχνά μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, ο όρος "ammunition" μπορεί να έχει ιδιωματική χρήση.
Χρήση: Όταν συζητάτε ένα κρίσιμο θέμα σε διαπραγματεύσεις, μπορεί να χρειαστεί να φέρετε τα μεγάλα πυρομαχικά.
Ammunition for the argument
Meaning: Proof or evidence to back up a statement or claim.
Translation: Πυρομαχικά για την επιχειρηματολογία.
Συνώνυμα:
- Βάση πυρομαχικών
- Αποθήκη πολεμικού υλικού
Αντώνυμα:
- Αποθήκη τροφίμων
- Αποθήκη ρούχων
Αυτή είναι η πλήρης ανάλυση του όρου "ammunition depot".