Amoretto
είναι ένα ουσιαστικό.
/æməˈrɛtoʊ/
Η λέξη amoretto
δεν έχει άμεσες μεταφράσεις στα ελληνικά, αλλά μπορεί να ερμηνευθεί ως "μικρός έρωτας" ή "μικρός φίλος".
Η λέξη amoretto
προέρχεται από την ιταλική γλώσσα και αναφέρεται συχνά σε ένα παιδί ή έναν νέο άνθρωπο που είναι αγαπητός ή επιθυμητός, συνήθως με ρομαντικό ή τρυφερό χαρακτήρα. Χρησιμοποιείται κυρίως σε ποιητικές ή λογοτεχνικές εκφράσεις, και δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στην καθημερινή ομιλία ή στο γραπτό λόγο.
"She looked at the little boy and thought of him as her amoretto."
"Εκείνη κοίταξε το μικρό αγόρι και σκέφτηκε ότι ήταν ο μικρός της έρωτας."
"In the poem, he referred to his amoretto as a source of inspiration."
"Στο ποίημα, αναφέρθηκε στον μικρό του έρωτα ως πηγή έμπνευσης."
"The painting captures the essence of amoretto, depicting a loving embrace between two figures."
"Η ζωγραφιά αποτυπώνει την ουσία του μικρού έρωτα, απεικονίζοντας μια τρυφερή αγκαλιά ανάμεσα σε δύο φιγούρες."
Η λέξη amoretto
δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις στην αγγλική γλώσσα, ωστόσο μπορεί να συνδυαστεί με διάφορους τρόπους για να μεταφέρει τρυφερά ή ρομαντικά συναισθήματα. Ακολουθούν ορισμένες προτάσεις:
"In her heart, he will always be her amoretto."
"Στην καρδιά της, θα είναι πάντα ο μικρός της έρωτας."
"He wrote a song for his amoretto, celebrating their love."
"Έγραψε ένα τραγούδι για τον μικρό του έρωτα, γιορτάζοντας την αγάπη τους."
"Every amoretto deserves a fairy tale ending."
"Κάθε μικρός έρωτας αξίζει ένα παραμυθένιο τέλος."
"The novel beautifully portrays the innocence of amoretto."
"Το μυθιστόρημα αποτυπώνει όμορφα την αθωότητα του μικρού έρωτα."
"She cherished the memories of her amoretto from childhood."
"Αγάπησε τις αναμνήσεις του μικρού της έρωτα από την παιδική ηλικία."
Η λέξη amoretto
προέρχεται από τη λατινική λέξη amor
, που σημαίνει "έρωτας" ή "αγάπη", με την προσθήκη του ιταλικού επιτηδευτικού παρακρατήματος -etto, που σημειώνει μικρότητα ή τρυφερότητα.
Συνώνυμα:
- Sweetheart (καρδιά)
- Darling (αγαπημένος)
- Beloved (αγαπημένος)
Αντώνυμα:
- Enemy (εχθρός)
- Rival (αντίπαλος)
- Stranger (ξένος)
Αυτή η ανάλυση παρέχει μια πλήρη εικόνα της λέξης amoretto
και πώς χρησιμοποιείται στη γλώσσα.