Η φράση "an old guiser" είναι μια φράση που περιλαμβάνει ένα άρθρο (an), ένα επίθετο (old) και ένα ουσιαστικό (guiser).
Διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA): /ən oʊld ˈɡaɪzər/
Η φράση "an old guiser" ή "an old geezer" (όπως είναι πιο συχνά γνωστός) αναφέρεται σε έναν ηλικιωμένο άνδρα, και συνήθως χρησιμοποιείται σε ανεπίσημο ή και χιουμοριστικό πλαίσιο. Αν και δεν έχει αρνητική έννοια, μπορεί να προσδιορίζει έναν άνδρα με κάποιες ιδιόρρυθμες ή εκκεντρικές συμπεριφορές. Η φράση χρησιμοποιείται περισσότερο στον προφορικό λόγο και εμφανίζεται συχνά σε δυνατό διάλογο ή καθημερινές συζητήσεις.
Αυτός είναι απλώς ένας παλιός τύπος που λέει τις καλύτερες ιστορίες.
I met an old guiser at the park who used to be a sailor.
Συνάντησα έναν γέρο τύπο στο πάρκο που ήταν πρώην ναυτικός.
That old guiser over there always has a joke to tell.
Στην αγγλική γλώσσα, η φράση "old guiser" ή "old geezer" μπορεί να συνδυαστεί με διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις. Ακολουθούν μερικές παραδείγματα:
Είναι λίγο εκκεντρικός, αλλά έχει χρυσή καρδιά.
"Don’t mind him; he’s just an old guiser with quirky habits."
Μη δίνεις σημασία σε εκείνον; Είναι απλώς ένας παλιός τύπος με ιδιόρρυθμες συνήθειες.
"Every neighborhood has an old guiser who knows all the gossip."
Κάθε γειτονιά έχει έναν γέρο τύπο που ξέρει όλα τα κουτσομπολιά.
"The old guiser shared his wisdom during our conversations."
Ο παλιός τύπος μοιράστηκε τη σοφία του κατά τις συζητήσεις μας.
"His stories always remind me of an old guiser from my childhood."
Η λέξη "geezer" προέρχεται από τη βρετανική αργκό και αρχικά χρησιμοποιούνταν για να περιγράψει κάποιον ηλικιωμένο ή παράξενο άνδρα. Η προέλευση της λέξης δεν είναι απολύτως σαφής, αλλά υπάρχουν θεωρίες που υποστηρίζουν ότι μπορεί να προέρχεται από τον 18ο αιώνα, σχετιζόμενη με την παραλλαγή της λέξης "Gisern" ή "Geezer."
Συνώνυμα: - Old man (παλιός άνδρας) - Curmudgeon (γκρινιάρης)
Αντώνυμα: - Youngster (νεαρός) - Kid (παιδί)