an out-and-out lie - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

an out-and-out lie (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Φράση (expression).

Φωνητική μεταγραφή

/æn aʊt ənd aʊt laɪ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η φράση "an out-and-out lie" αναφέρεται σε μια ψευτιά που είναι απόλυτη και ξεκάθαρη, χωρίς κανένα ίχνος αλήθειας. Χρησιμοποιείται για να τονίσει ότι κάτι είναι εντελώς ψευδές και δεν έχει καμία απολύτως βάση στην πραγματικότητα. Αυτή η έκφραση χρησιμοποιείται συχνά και στις προφορικές και στις γραπτές συζητήσεις. Αν και καταγράφεται συχνότερα στο γραπτό κείμενο, μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί στην ομιλία.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. The politician was caught telling an out-and-out lie about his record.
    Ο πολιτικός πιάστηκε να λέει μια ολοκληρωτική ψευτιά σχετικά με το ιστορικό του.

  2. It’s clear to everyone that his excuse was just an out-and-out lie.
    Είναι προφανές σε όλους ότι η δικαιολογία του ήταν απλώς μια απόλυτη ψευτιά.

  3. She called it an out-and-out lie when they claimed they didn’t understand the instructions.
    Αυτή το χαρακτήρισε ως ολοκληρωτική ψευτιά όταν ισχυρίστηκαν ότι δεν καταλάβαιναν τις οδηγίες.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η φράση "out-and-out" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις για να δηλώσει κάτι που είναι απόλυτο ή χωρίς αμφιβολία:

  1. He is an out-and-out fraud.
    Αυτός είναι ένας απόλυτος απατεώνας.

  2. That was an out-and-out disaster.
    Αυτό ήταν μια απόλυτη καταστροφή.

  3. She made an out-and-out effort to win the competition.
    Έκανε μια απόλυτη προσπάθεια να κερδίσει τον διαγωνισμό.

  4. The movie was an out-and-out success at the box office.
    Η ταινία ήταν μια απόλυτη επιτυχία στο ταμείο.

  5. They are out-and-out rebels against the system.
    Αυτοί είναι απόλυτοι επαναστάτες κατά του συστήματος.

Ετυμολογία

Η φράση "out-and-out" προέρχεται από το παλιό αγγλικό "out-and-out", που σημαίνει "εντελώς" ή "απολύτως". Συνήθως χρησιμοποιείται για να δηλώσει έναν αυστηρό και απόλυτο χαρακτηρισμό. Το "lie" έχει τις ρίζες του στην παλαιά αγγλική λέξη "leog," που σημαίνει "ψευδές" ή "παραπλανητικό λόγο".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - outright lie - complete falsehood - absolute deception

Αντώνυμα: - truth - honesty - accuracy



25-07-2024