Το "anchor shoe" είναι ένα ουσιαστικό.
/phɪlʌrɪk-ʃuː/
Το "anchor shoe" αναφέρεται σε ένα ειδικό τύπο παπουτσιού, συνήθως χρησιμοποιούμενο στην ναυτική βιομηχανία ή σε αθλητικές δραστηριότητες. Είναι σχεδιασμένο για να παρέχει σταθερότητα και υποστήριξη σε δύσκολες συνθήκες.
Η φράση "anchor shoe" χρησιμοποιείται κυρίως σε ειδικά συμφραζόμενα, όπως η ναυτιλία ή ο αθλητισμός, και σπάνια συναντάται σε καθημερινή γλώσσα. Η συχνότητα χρήσης της είναι υπόθεση ειδικών περιβαλλόντων.
Ο ναυτικός φορούσε ένα παπούτσι αγκύρωσης για να διασφαλίσει τη σταθερότητα στη γλιστερή κάλυψη.
Her anchor shoe helped her maintain balance while rock climbing.
Η φράση "anchor shoe" δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλής σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο μεταφράζεται στην έννοια της σταθερότητας ή της ασφάλειας:
Χρειάζεται ένα παπούτσι αγκύρωσης για να παραμείνει προσγειωμένος.
"In a stormy sea, her anchor shoe was her only support."
Σε μία καταιγίδα, το παπούτσι αγκύρωσης της ήταν η μόνη της υποστήριξη.
"The anchor shoe provided the grip necessary for a successful hike."
Η λέξη "anchor" προέρχεται από την ελληνική λέξη "ἀγκύρα" (ankýra) που αναφέρεται σε το αντικείμενο που βυθίζεται για να ασφαλίσει ένα πλοίο, ενώ η λέξη "shoe" προέρχεται από την παλαιά Αγγλική "sceo", που σημαίνει κάτι που τοποθετείται στο πόδι.