Antimetropia: Ουσιαστικό
/ˌæntɪˈmɛtrəpiə/
Η "αντιμετρωπία" υποδηλώνει συνήθως μια κατάσταση που σχετίζεται με την αντίθεση ή την αντεπίθεση σε μετρήσεις, συχνά χρησιμοποιούμενη σε οπτική ή γεωμετρική αναφορά. Στη γλώσσα των Αγγλικών, γίνεται χρήση σε επιστημονικά ή τεχνικά κείμενα και είναι σχετικά σπάνια. Χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο παρά σε προφορικό.
"The concept of antimetropia is crucial in understanding lens design."
Η έννοια της αντιμετρωπίας είναι κρίσιμη για την κατανόηση του σχεδιασμού φακών.
"Antimetropia can lead to significant distortions in visual perception."
Η αντιμετρωπία μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές παραμορφώσεις στην οπτική αντίληψη.
"In optics, antimetropia refers to the inverse relationship of focal lengths."
Στην οπτική, η αντιμετρωπία αναφέρεται στη αντίστροφη σχέση των εστιακών μήκους.
Η λέξη "antimetropia" δεν είναι κοινώς χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις στην Αγγλική γλώσσα, λόγω της εξειδικευμένης φύσης της. Ωστόσο, μπορεί να σχετίζεται με κάποιες τεχνικές εκφράσεις σε επιστημονικά ή μαθηματικά συμφραζόμενα.
Η λέξη προέρχεται από το ελληνικό "αντί" (αντί) και "μετροπία" (μετρική), υποδηλώνοντας την αντίθεση ή την αντίληψη με βάση μια μετρική διάσταση.
Συνώνυμα: - αντιστροφή - αντεπίθεση (σε συγκεκριμένα πλαίσια)
Αντώνυμα: - μετροπία - συμμετρία
Η "αντιμετρωπία" είναι μια εξειδικευμένη λέξη που χρησιμοποιείται κυρίως σε επιστημονικά πεδία, και οι παραπάνω πληροφορίες μπορούν να χρησιμεύσουν σε κάποιον που ενδιαφέρεται για τις εφαρμογές και τη σημασία της.