Αντωνυμία: ουσιαστικό
/ˌæn.tɪˈnoʊ.vəl/
Ο όρος "antinovel" αναφέρεται σε ένα λογοτεχνικό έργο που αμφισβητεί ή αποδομεί τις παραδοσιακές δομές και τις συνήθεις συμβάσεις του μυθιστορήματος. Συνήθως, σε ένα αντιμυθιστόρημα, οι συγγραφείς μπορεί να επιλέξουν να μην ακολουθήσουν μια γραμμική πλοκή, ούτε να δημιουργήσουν σαφείς και κλασικούς χαρακτήρες. Αυτός ο όρος χρησιμοποιείται αρκετά στη λογοτεχνία του 20ού αιώνα και μεταγενέστερα.
Ο όρος χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο, ιδιαίτερα στις λογοτεχνικές κριτικές και ανάλυσεις.
"Το νέο μυθιστόρημα του συγγραφέα είναι ένα αντιμυθιστόρημα που αμφισβητεί τις προσδοκίες της παραδοσιακής αφήγησης."
"Many antinovels employ metafiction to engage the reader in a self-reflective experience."
Αν και ο όρος "antinovel" δεν είναι κοινούς στα ιδιώματα, χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις ή περιγραφές:
"Στον κόσμο των αντιμυθιστορημάτων, όλα επιτρέπονται, και η πραγματικότητα συχνά είναι θολή."
"Reading an antinovel can be a mind-bending experience that disrupts your understanding of narrative."
"Η ανάγνωση ενός αντιμυθιστορήματος μπορεί να είναι μια εμπειρία που ανατρέπει την κατανόησή σας για τη πλοκή."
"The antinovel deconstructs the very notion of what a story should be."
Ο όρος "antinovel" προέρχεται από την πρόθεση "anti-" που σημαίνει κατά ή εναντίον, και το "novel," που προέρχεται από τη λατινική λέξη "novellus," που σημαίνει "νέος" ή "καινούργιος." Έτσι, συνδυάζει την έννοια του να είναι "κατά του παραδοσιακού μυθιστορήματος."
Συνώνυμα: - μη παραδοσιακό μυθιστόρημα - μεταφιξιονικό έργο
Αντώνυμα: - μυθιστόρημα - παραδοσιακό μυθιστόρημα