Η λέξη "antitype" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "antitype" είναι /ˈæntiˌtaɪp/.
Η λέξη "antitype" αναφέρεται σε ένα πρότυπο ή ένα αντικείμενο που αντιπροσωπεύει κάτι άλλο, συχνά χρησιμοποιούμενη σε θρησκευτικά και γραμματικά συμφραζόμενα. Στη γλωσσολογία, μπορεί να εννοεί τον αντίκτυπο ενός τύπου ή μοτίβου. Η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό λόγο και σε ακαδημαϊκά κείμενα, όχι τόσο συχνά στον προφορικό λόγο.
"Ο αντίτυπος του βιβλικού χαρακτήρα χρησιμεύει ως πρότυπο για την κατανόηση των ηθικών διδασκαλιών."
"In literature, the antitype often reveals deeper meanings behind the characters."
Η λέξη "antitype" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδυαστεί σε σχετικές φράσεις με ακαδημαϊκό ή θεολογικό περιεχόμενο. Ακολουθούν μερικές φράσεις που την περιλαμβάνουν:
"Η έννοια του αντίτυπου είναι ουσιώδης για την κατανόηση της προφητικής λογοτεχνίας."
"As an antitype, she exemplifies the qualities of the original figure."
"Ως αντίτυπος, αυτή ενσαρκώνει τα χαρακτηριστικά της αρχικής φιγούρας."
"Scholars often debate the authenticity of a given antitype in folklore."
Η λέξη "antitype" προέρχεται από την αρχαία ελληνική “ἀντίτυπος” (antypos), όπου "ἀντί" σημαίνει "αντί" και "τύπος" σημαίνει "τύπος" ή "μόρφη". Η χρήση της λέξης έχει ριζώσει στην αγγλική γλώσσα για να περιγράψει τους αντίκτυπους και τα πρότυπα σε διάφορους τομείς.
Συνώνυμα: - Model - Prototype - Example
Αντώνυμα: - Type - Original - Pattern