Ο όρος "apparent motion" είναι φράση που λειτουργεί ως ουσιαστικό.
/aˈpɛrənt ˈmoʊʃən/
Ο όρος "apparent motion" αναφέρεται σε μια οπτική αίσθηση κίνησης που προκύπτει όταν ένα αντικείμενο φαίνεται να κινείται, ενώ στην πραγματικότητα δεν έχει μετακινηθεί. Αυτό το φαινόμενο παρατηρείται σε πολλές περιπτώσεις, όπως στο οπτικό σύστημα, στον κινηματογράφο ή σε κινούμενες εικόνες.
Η χρήση του "apparent motion" είναι συχνά σε επιστημονικά και τεχνικά κείμενα, όπως στη φυσική, την ψυχολογία ή την οπτική. Συχνά χρησιμοποιείται και σε γραπτό κείμενο, παρά στο προφορικό λόγο.
Η έννοια της φαινομενικής κίνησης είναι κρίσιμη για την κατανόηση του πως αντιλαμβανόμαστε τις εικόνες σε μια οθόνη.
In animation, apparent motion creates the illusion that static images are moving.
Στην κινούμενη εικόνα, η φαινομενική κίνηση δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι οι στατικές εικόνες κινούνται.
Researchers studied how apparent motion influences our perception of time.
Ο όρος "apparent motion" δεν είναι κοινά χρησιμοποιούμενος σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν φράσεις που σχετίζονται με την κίνηση και την οπτική αντίληψη.
"Τα αστέρια φαίνονται να κινούνται με φαινομενική κίνηση εξαιτίας της περιστροφής της Γης."
"In film, directors utilize apparent motion to enhance storytelling."
"Στον κινηματογράφο, οι σκηνοθέτες χρησιμοποιούν τη φαινομενική κίνηση για να ενισχύσουν την αφήγηση."
"Apparent motion in video games can create immersive experiences for players."
Η φράση "apparent motion" προέρχεται από το λατινικό "apparentem", που σημαίνει "ορατός" ή "φανερός" και "motion", που προέρχεται από το λατινικό "motor", που σημαίνει "κινητήρας" ή "κίνηση".
Συνώνυμα: - φανερή κίνηση - οπτική κίνηση - φαινομενική αλλαγή
Αντώνυμα: - πραγματική κίνηση - στατικότητα - ακινησία