Το "apparent solar day" είναι ουσιαστικό.
/əˈpær.ənt ˈsoʊ.lər deɪ/
Η φρασεολογία "apparent solar day" αναφέρεται στη διάρκεια του χρόνου μεταξύ δύο διαδοχικών μεσημβρινών του ηλιακού φωτός, δηλαδή όταν ο ήλιος φτάνει στη μέγιστη ή ελάχιστη θέση του στον ορίζοντα (μεσημέρι). Αυτή η διάρκεια μπορεί να είναι ελαφρώς διαφορετική από τις 24 ώρες λόγω της ελλειπτικής τροχιάς της Γης και της κλίσης του άξονά της. Στη γλώσσα των επιστημόνων και των αστρονόμων, χρησιμοποιείται κυρίως σε πνευματικά ή επιστημονικά κείμενα.
Η φραση αυτή χρησιμοποιείται περισσότερο στο γραπτό πλαίσιο, ιδιαίτερα σε επιστημονικές και αστρονομικές αναλύσεις.
Η διάρκεια μιας φαινομενικής ηλιακής ημέρας ποικίλει ελαφρώς κατά τη διάρκεια του έτους.
To measure time accurately, scientists rely on the concept of the apparent solar day.
Για να μετρήσουν το χρόνο ακριβώς, οι επιστήμονες βασίζονται στην έννοια της φαινομενικής ηλιακής ημέρας.
The apparent solar day is different from the sidereal day, which is based on stars.
Η φράση "apparent solar day" δεν αποτελεί συνηθισμένη ιδιωματική έκφραση στην καθημερινή αγγλική γλώσσα. Ωστόσο, οι σχετικές έννοιες αναφέρονται σε διάφορες εκφράσεις:
Είναι θέμα φαινομενικού ηλιακού χρόνου, όχι χρόνου ρολογιού.
"Adjusting our schedules according to the apparent solar day can help us feel more connected to nature."
Η προσαρμογή των προγραμμάτων μας σύμφωνα με την φαινομενική ηλιακή ημέρα μπορεί να μας βοηθήσει να αισθανόμαστε πιο συνδεδεμένοι με τη φύση.
"Understanding the concept of the apparent solar day is crucial for astronomers."
Η φράση "apparent solar day" προέρχεται από το επίθετο "apparent" που σημαίνει "φαίνετα" και αναφέρεται στη φαινομενική ή ορατή διάσταση και το ουσιαστικό "solar", το οποίο προέρχεται από τη λατινική λέξη "solaris" που σημαίνει "του ήλιου".
Συνώνυμα: - φαινομενική ημέρα - ηλιακή ημέρα (με την προσοχή ότι η φαινομενική διαφέρει ελάχιστα)
Αντώνυμα: - αστρική ημέρα - ηλιακή νόρμα (σε αντίθεση με την φαινομενική διάρκεια)