Επίθετο + ουσιαστικό
/ˈɛə.ri.əl mæp/
Ο όρος "areal map" αναφέρεται σε χάρτες που παρέχουν λεπτομέρειες μιας περιοχής από μια αεροπορική ή δορυφορική προοπτική. Αυτοί οι χάρτες χρησιμοποιούνται συχνά σε γεωγραφία, πολεοδομία, γεωλογία, περιβαλλοντική επιστήμη και άλλες σχετικές επιστήμες.
Χρησιμοποιείται στη γλώσσα Αγγλικά: Ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως σε επιστημονικά και τεχνικά συμφραζόμενα, γεγονός που υποδηλώνει ότι έχει πιο συχνή χρήση στο γραπτό πλαίσιο παρά στον προφορικό λόγο.
The areal map shows the distribution of forest areas across the country.
Ο αεροφωτογραφικός χάρτης δείχνει την κατανομή των δασών σε όλη τη χώρα.
Researchers used an areal map to analyze urban development patterns.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν έναν αερογραφικό χάρτη για να αναλύσουν τα πρότυπα αστικής ανάπτυξης.
Ο όρος "areal map" δεν χρησιμοποιείται συνήθως σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά κατωτέρω υπάρχουν μερικές προτάσεις που αναδεικνύουν τη χρήση του σε μεγαλύτερα συμφραζόμενα:
An areal map can provide insights into regional economic activities.
Ένας αεροφωτογραφικός χάρτης μπορεί να προσφέρει διορατικότητα για τις περιφερειακές οικονομικές δραστηριότητες.
Using an areal map, we can identify key geographical features of the area.
Χρησιμοποιώντας έναν αερογραφικό χάρτη, μπορούμε να εντοπίσουμε βασικά γεωγραφικά χαρακτηριστικά της περιοχής.
An accurate areal map is essential for urban planning.
Ένας ακριβής αεροφωτογραφικός χάρτης είναι απαραίτητος για τον αστικό σχεδιασμό.
Η λέξη "areal" προέρχεται από την λατινική λέξη "area," που σημαίνει "χωρίς περιθώριο" και υποδηλώνει τη επιφάνεια ή περιοχή. "Map" προέρχεται από την λατινική λέξη "mappa," που σημαίνει "καμβάς."
Συνώνυμα: - Aerial chart - Satellite map
Αντώνυμα: - Ground map (χάρτης εδάφους) - Topographic map (τοπογραφικός χάρτης)