arithmetic - ονομαστικό (noun)
/əˈrɪθ.mə.tɪk/
Η λέξη "arithmetic" αναφέρεται στη branch of mathematics που ασχολείται με τις αριθμητικές πράξεις, όπως η πρόσθεση, η αφαίρεση, η πολλαπλασιασε και η διαίρεση. Χρησιμοποιείται συχνά στην εκπαίδευση, ειδικά στα πρώτα στάδια της μαθηματικής διδασκαλίας.
Συχνότητα χρήσης: Η λέξη "arithmetic" χρησιμοποιείται συχνά σε γραπτά και προφορικά πλαίσια, ιδιαίτερα σε εκπαιδευτικό περιβάλλον.
Ο μαθητής δυσκολευόταν με την αριθμητική στην τάξη μαθηματικών.
Learning basic arithmetic is essential for everyday calculations.
Η εκμάθηση της βασικής αριθμητικής είναι απαραίτητη για τους καθημερινούς υπολογισμούς.
Arithmetic is the foundation for more advanced mathematics.
Η λέξη "arithmetic" χρησιμοποιείται σπάνια σε ιδιωματικές εκφράσεις στην Αγγλική γλώσσα, αλλά σχετικές εκφράσεις μπορεί να περιλαμβάνουν:
"Δεν είναι πυρηνική φυσική, είναι απλώς βασική αριθμητική."
"When it comes to arithmetic, practice makes perfect."
"Όταν πρόκειται για αριθμητική, η εξάσκηση φέρνει την τελειότητα."
"She added it up, using her arithmetic skills."
"Αυτή το πρόσθεσε, χρησιμοποιώντας τις αριθμητικές της ικανότητες."
"Don't worry, it's just a simple arithmetic problem."
Η λέξη "arithmetic" προέρχεται από τη μεσαιωνική Λατινική "arithmetica", που προέρχεται από την ελληνική λέξη "ἀριθμητική" (arithmētikē), που σημαίνει "η τέχνη του να υπολογίζεις".
Συνώνυμα: - αριθμητική - υπολογισμός
Αντώνυμα: - γεωμετρία (σε κάποιο αόριστο επίπεδο ως "άλλος τύπος μαθηματικών") - ακαθόριστες διαδικασίες (σε μη μαθηματικά πλαίσια)
Αυτή είναι μια αναλυτική παρουσίαση της λέξης "arithmetic". Αν έχετε περαιτέρω ερωτήσεις ή χρειάζεστε περισσότερες πληροφορίες, μη διστάσετε να ρωτήσετε!