Armpit είναι ουσιαστικό.
/ˈɑːmpɪt/
Η λέξη "armpit" αναφέρεται στο ανατομικό μέρος του σώματος που βρίσκεται κάτω από τον ώμο, στο σημείο όπου το βραχίονα ενώνεται με τον κορμό. Είναι μια περιοχή που είναι συνήθως καλυμμένη από τρίχες και έχει αδένες που εκκρίνουν ιδρώτα.
Η λέξη χρησιμοποιείται συχνά σε καθημερινές συζητήσεις, αλλά μπορεί επίσης να εμφανίζεται σε ιατρικά κείμενα. Συνήθως χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό λόγο παρά στο γραπτό πλαίσιο.
Η λέξη "armpit" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν μερικές φράσεις που περιλαμβάνουν αυτή τη λέξη:
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι ή κάποιον που έχει δυσάρεστη οσμή.
Armpit of the world.
Χρήση για να περιγράψει έναν τόπο που θεωρείται απομονωμένος ή ακατάλληλος.
Sweaty armpits.
Η λέξη "armpit" προέρχεται από τις αγγλικές λέξεις "arm" (βραχίονας) και "pit" (λάκκος ή κοιλότητα), και η χρήση της χρονολογείται από τον 14ο αιώνα.
Συνώνυμα: - Underarm
Αντώνυμα: Δεν υπάρχουν άμεσα αντώνυμα για τη λέξη "armpit", καθώς αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο ανατομικό μέρος του σώματος.