Η λέξη "astasia" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "astasia" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι /æˈsteɪziə/.
Η λέξη "astasia" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως "αστασία".
Η λέξη "astasia" αναφέρεται σε μια κατάσταση όπου υπάρχει έλλειψη σταθερότητας ή αδυναμία να στηθεί κανείς όρθιος. Χρησιμοποιείται συχνά σε ιατρικά ή ψυχολογικά συμφραζόμενα και δεν είναι πολύ συχνά στη χρήση, κυρίως σε γραπτό λόγο.
"Ο ασθενής παρουσίασε σημάδια αστασίας κατά τη διάρκεια της εξέτασης."
"Astasia can sometimes occur after a neurological event."
"Η αστασία μπορεί μερικές φορές να συμβεί μετά από ένα νευρολογικό γεγονός."
"Physical therapy may help improve conditions related to astasia."
Η λέξη "astasia" δεν περιλαμβάνεται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις στα Αγγλικά, ωστόσο χρησιμοποιείται σε ειδικά ιατρικά κείμενα και αναφορές. Παρακάτω είναι προτάσεις που περιλαμβάνουν τη λέξη "astasia" σε επαγγελματικά ή επιστημονικά συμφραζόμενα:
"Η κατανόηση της αστασίας είναι κρίσιμη για τη διάγνωση διαταραχών ισορροπίας."
"Clinicians must be aware of the implications of astasia in patient mobility."
"Οι κλινικοί πρέπει να είναι ενήμεροι για τις επιπτώσεις της αστασίας στην κινητικότητα του ασθενούς."
"Research on astasia has expanded our knowledge of motor control."
Η λέξη "astasia" προέρχεται από το ελληνικό "α-" (που σημαίνει "χωρίς") και "στάσις" (που σημαίνει "στάση" ή "στάθμευση"), υποδεικνύοντας μια κατάσταση χωρίς σταθερή στάση.
Η λέξη "astasia" είναι χρήσιμη κυρίως στο πεδίο των επιστημών της υγείας και της ψυχολογίας και, αν και δεν είναι ευρέως γνωστή, έχει εξειδικευμένη σημασία σε ορισμένα επαγγελματικά και ακαδημαϊκά συμφραζόμενα.