Η φράση "asymptotically robust" λειτουργεί ως επίθετο που χαρακτηρίζει κάποιο αντικείμενο ή σύστημα, συνήθως σε επιστημονικά ή μαθηματικά πλαίσια.
/ˌæsɪmpˈtɒtɪkli ˈroʊbʌst/
Το "asymptotically robust" περιγράφει ένα σύστημα ή μεθοδολογία που παραμένει αξιόπιστη ή ανθεκτική υπό ακραίες ή οριακές συνθήκες. Χρησιμοποιείται συχνά σε τομείς όπως τα μαθηματικά, η στατιστική ή η μηχανική, για να εξεταστούν τα χαρακτηριστικά ενός αλγορίθμου ή ενός υποδείγματος καθώς οι παράμετροι πλησιάζουν τα όρια τους. Η φράση χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτές αναφορές παρά στον προφορικό λόγο, κυρίως λόγω του επιστημονικού της χαρακτήρα.
Ο αλγόριθμος είναι ασυμπτωτικά ανθεκτικός, εξασφαλίζοντας ακριβή αποτελέσματα ακόμη και σε ακραίες περιπτώσεις.
Researchers found that the model was asymptotically robust when tested against historical data.
Η φράση "asymptotically robust" δεν είναι κοινά χρησιμοποιούμενη ως μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, καθώς προέρχεται από τεχνικό και επιστημονικό λεξιλόγιο. Ωστόσο, μπορεί να βρείτε σχετικές χρήσεις σε ακαδημαϊκά ή τεχνικά κείμενα:
Μία ασυμπτωτικά ανθεκτική λύση είναι κρίσιμη για τη σταθερότητα του συστήματος.
In optimization problems, an asymptotically robust approach guarantees performance across varying conditions.
Σε προβλήματα βελτιστοποίησης, μια ασυμπτωτικά ανθεκτική προσέγγιση εγγυάται απόδοση σε διάφορες συνθήκες.
The researcher emphasized the importance of asymptotically robust models for future predictions.
Η λέξη "asymptotic" προέρχεται από την ελληνική λέξη "ασύμπτωτος", που σημαίνει "μη συναντώ". Σημαίνει «πλησιάζω» και χρησιμοποιείται συχνά στη μαθηματική ανάλυση. Ο όρος "robust" προέρχεται από τη λατινική λέξη "robustus", που σημαίνει "ισχυρός" ή "ανθεκτικός".
Συνώνυμα: - resilient - strong - stable
Αντώνυμα: - fragile - weak - sensitive