Το "atrociously" είναι επι副ρίας (adverb).
Φωνητική μεταγραφή στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο: /əˈtroʊʃəsli/
Η λέξη "atrociously" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που γίνεται με τρόπο εξαιρετικά κακό ή προσβλητικό. Συχνά χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει σοβαρή κακοσύνη ή απαράδεκτη συμπεριφορά και ομιλία. Η χρήση της μπορεί να βρεθεί τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με μια ελαφριά τάση προς τον γραπτό λόγο, καθώς συχνά περιγράφει καταστάσεις ή συναισθήματα σε πιο σοβαρούς τόνους.
The conditions in the prison were atrociously bad.
Οι συνθήκες στη φυλακή ήταν φρικτά κακές.
She treated him atrociously despite his kindness.
Τον αντιμετώπισε φρικτά, παρόλο που εκείνος ήταν ευγενικός.
The movie was atrociously boring and unoriginal.
Η ταινία ήταν φρικτά βαρετή και χωρίς πρωτοτυπία.
Η λέξη "atrociously" μπορεί να συνδυαστεί με διάφορες φράσεις που εκφράζουν σοβαρή κριτική ή αρνητική αξιολόγηση. Ακολουθούν μερικές ιδιωματικές εκφράσεις:
It was an atrociously bad idea to skip the meeting.
Ήταν μια φρικτά κακή ιδέα να παραλείψω τη συνάντηση.
The food was prepared atrociously at that restaurant.
Το φαγητό ήταν προετοιμασμένο φρικτά σε εκείνο το εστιατόριο.
His performance was atrociously unimpressive.
Η επίδοσή του ήταν φρικτά μη εντυπωσιακή.
She danced atrociously, bringing laughter to the audience.
Χόρεψε φρικτά, προκαλώντας γέλιο στο κοινό.
The report was atrociously filled with errors.
Η αναφορά ήταν φρικτά γεμάτη λάθη.
They handled the situation atrociously, causing further issues.
Διαχειρίστηκαν την κατάσταση φρικτά, προκαλώντας περαιτέρω προβλήματα.
Η λέξη "atrociously" προέρχεται από την λέξη "atrocious", η οποία εκ derives από το λατινικό "atrox", που σημαίνει "δύσκαμπτος, φρικτός". Η λέξη γράφτηκε για πρώτη φορά τον 17ο αιώνα και συνδυάζει την έννοια της σφοδρότητας ή του κακού.
Συνώνυμα: - horrifically - dreadfully - terribly
Αντώνυμα: - wonderfully - excellently - admirably