Φράση
/əˈtæk əv ˈfiːvər/
Η φράση "attack of fever" αναφέρεται σε μια ξαφνική και έντονη αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος, που μπορεί να συνοδεύεται από συμπτώματα όπως ρίγη, εφίδρωση, και γενική αδυναμία. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια καταστάση που προκύπτει είτε ως αποτέλεσμα μίας ασθένειας είτε ως αντίδραση σε παθογόνους παράγοντες.
Η χρήση της φράσης είναι πιο συχνή στον ιατρικό λόγο ή σε περιγραφές ασθενειών, ενώ δεν είναι τόσο χρησιμοποιούμενη στον καθημερινό προφορικό λόγο.
"He suffered an attack of fever last night."
"Υπέστη μια επίθεση πυρετού χθες το βράδυ."
"The doctor warned him that an attack of fever could indicate a serious infection."
"Ο γιατρός τον προειδοποίησε ότι μια επίθεση πυρετού μπορεί να υποδεικνύει σοβαρή λοίμωξη."
"After the attack of fever, he felt very weak and tired."
"Μετά την επίθεση πυρετού, ένιωθε πολύ αδύναμος και κουρασμένος."
Paracetamol should be taken during an attack of fever. - Το παρακεταμόλιο πρέπει να λαμβάνεται κατά τη διάρκεια μιας επίθεσης πυρετού.
Coping with an attack of fever requires plenty of fluids and rest. - Η αντιμετώπιση μιας επίθεσης πυρετού απαιτεί πολλά υγρά και ξεκούραση.
An attack of fever often leads to a doctor's visit. - Μια επίθεση πυρετού συχνά οδηγεί σε επίσκεψη στον γιατρό.
Η λέξη "attack" προέρχεται από τη Λατινική λέξη "attaccare", που σημαίνει "να πλησιάσω" ή "να χτυπήσω", ενώ η λέξη "fever" προέρχεται από τη Λατινική "febris", που σημαίνει "πυρετός".
Συνώνυμα: - επαφή πυρετού - έξαρση πυρετού
Αντώνυμα: - διάστημα χωρίς πυρετό - σταθερή θερμοκρασία
Αυτές οι πληροφορίες καλύπτουν τη φράση "attack of fever" σε βάθος, παρέχοντας ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο κατανόησης του όρου.