autocephalous - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

autocephalous (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "autocephalous" είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: /ˌɔːtəˈsɛfələs/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "autocephalous" αναφέρεται κυρίως σε μια εκκλησία ή θρησκευτική κοινότητα που έχει ανεξαρτησία ή αυτονομία στην διοίκησή της, χωρίς να υπόκειται σε κάποια άλλη ανώτερη εκκλησιαστική αρχή. Χρησιμοποιείται συχνά στο πλαίσιο των ανατολικών Ορθόδοξων και Καθολικών εκκλησιών. Η συχνότητα χρήσης της είναι αρκετά περιορισμένη και τείνει να εμφανίζεται περισσότερο σε γραπτά κείμενα ή θεολογικές συζητήσεις παρά στην καθημερινή ομιλία.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. The Orthodox Church of Greece is autocephalous in its governance.
    Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδας είναι αυτοκέφαλη στην διοίκησή της.

  2. The concept of an autocephalous church allows for greater local autonomy.
    Η έννοια μιας αυτοκέφαλης εκκλησίας επιτρέπει μεγαλύτερη τοπική αυτονομία.

  3. Discussions around autocephalous status have been ongoing for centuries.
    Οι συζητήσεις γύρω από την αυτοκέφαλη κατάσταση διαρκούν για αιώνες.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "autocephalous" δεν χρησιμοποιείται συνήθως σε ιδιωματικές εκφράσεις στην καθημερινή γλώσσα, όμως μπορεί να σχετίζεται με περισσότερες θεολογικές ή οργανωτικές φράσεις.

  1. "They decided to declare their church autocephalous, marking a significant moment in their history."
    Αποφάσισαν να δηλώσουν την εκκλησία τους αυτοκέφαλη, σηματοδοτώντας μια σημαντική στιγμή στην ιστορία τους.

  2. "The autocephalous nature of the church invites diverse interpretations of doctrine."
    Η αυτοκέφαλη φύση της εκκλησίας προσκαλεί ποικιλόμορφες ερμηνείες της διδασκαλίας.

  3. "Having an autocephalous status means they can make decisions independent of outside influences."
    Έχοντας αυτοκέφαλη κατάσταση σημαίνει ότι μπορούν να λαμβάνουν αποφάσεις ανεξάρτητα από εξωτερικές επιδράσεις.

Ετυμολογία

Η λέξη προέρχεται από τα ελληνικά, όπου "αὐτο-" σημαίνει "αυτό" και "κεφαλή" (κεφαλή) αναφέρεται σε αρχή ή ηγεσία. Έτσι, η λέξη υποδηλώνει μια εκκλησία που είναι "αυτοκέφαλη" ή αυτοδιοίκητη.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Αυτοδιοίκητος - Αυτονομία

Αντώνυμα: - Υποταγμένος - Εξαρτώμενος



25-07-2024