Η φράση "automatic bonding unit" λειτουργεί ως ουσιαστικό στην αγγλική γλώσσα.
/phɔːˈnɛtɪk ˈbɒn.dɪŋ ˈjuː.nɪt/
Η "automatic bonding unit" αναφέρεται σε μια μηχανική ή ηλεκτρονική συσκευή που συνδέει αυτόματα διάφορα υλικά ή στοιχεία μεταξύ τους. Χρησιμοποιείται κυρίως στη βιομηχανία κατασκευών, ηλεκτρονικών και άλλων τεχνολογικών τομέων. Η χρήση της είναι συχνή και στην προφορική και στη γραπτή γλώσσα, ειδικά σε τεχνικά ή βιομηχανικά κείμενα.
Οι μηχανικοί εγκατέστησαν την αυτόματη μονάδα σύνδεσης για να βελτιώσουν την αποδοτικότητα παραγωγής.
We need to calibrate the automatic bonding unit for better precision in our assembly line.
Χρειαζόμαστε να καλιμπράρουμε την αυτόματη μονάδα σύνδεσης για καλύτερη ακρίβεια στη γραμμή συναρμολόγησης.
An automatic bonding unit can significantly reduce manual labor and errors.
Η φράση "automatic bonding unit" δεν είναι συχνά μέρος ιδιωματικών εκφράσεων στην αγγλική γλώσσα. Ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάποιες τεχνικές συζητήσεις:
Εξαρτόμαστε από την ακρίβεια της αυτόματης μονάδας σύνδεσης μας για να τηρήσουμε τις προθεσμίες παραγωγής.
Upgrading the automatic bonding unit is critical for our next project.
Η αναβάθμιση της αυτόματης μονάδας σύνδεσης είναι κρίσιμη για το επόμενο έργο μας.
The reliability of the automatic bonding unit has improved our quality control.
Η λέξη "automatic" προέρχεται από την ελληνική λέξη "αὐτόματον" (autómaton), που σημαίνει "αυτοκινούμενος". Η λέξη "bonding" προέρχεται από το αγγλικό "bond", που σημαίνει σύνδεση ή ένωση. Η λέξη "unit" προέρχεται από το λατινικό "unitas", που σημαίνει ενότητα.
Συνώνυμα: - Automatic connection device - Automatic assembly unit
Αντώνυμα: - Manual bonding unit - Non-automatic assembly system