Όρος: automatic pressure regulator
Μέρος του λόγου: ουσιαστικό
Φωνητική Μεταγραφή: /ˌɔːtəmætɪk ˈprɛʃər ˈrɛɡjʊleɪtər/
Ένας "automatic pressure regulator" είναι μια συσκευή που διατηρεί τη σταθερή πίεση σε ένα σύστημα, ανεξάρτητα από τις μεταβολές στην εισερχόμενη πίεση ή τη ροή. Χρησιμοποιείται κυρίως σε βιομηχανικές εφαρμογές, συστήματα θέρμανσης, και υδραυλικά συστήματα. Είναι μια κοινή συσκευή σε μόνιμες ρυθμίσεις, είτε σε γραπτό είτε σε προφορικό λόγο, που σχετίζεται με τεχνικές ή μηχανικές διαδικασίες.
The automatic pressure regulator ensures safety in the gas supply system.
Ο αυτόματος ρυθμιστής πίεσης εξασφαλίζει την ασφάλεια στο σύστημα παροχής αερίου.
Without an automatic pressure regulator, the system could become unstable.
Χωρίς έναν αυτόματο ρυθμιστή πίεσης, το σύστημα θα μπορούσε να γίνει ασταθές.
We need to install an automatic pressure regulator to manage the water pressure.
Χρειαζόμαστε να εγκαταστήσουμε έναν αυτόματο ρυθμιστή πίεσης για να διαχειριστούμε την πίεση του νερού.
Ως τεχνικός όρος, ο "automatic pressure regulator" δεν ενσωματώνεται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις εφόσον χρησιμοποιείται κυρίως σε ειδικούς τομείς. Ωστόσο, μπορεί να εμφανίζεται σε κάποιες τεχνικές φράσεις:
"An automatic pressure regulator is vital for system reliability."
Ένας αυτόματος ρυθμιστής πίεσης είναι ζωτικής σημασίας για την αξιοπιστία του συστήματος.
"Install an automatic pressure regulator to prevent overpressure situations."
Εγκαταστήστε έναν αυτόματο ρυθμιστή πίεσης για να αποτρέψετε καταστάσεις υπερπίεσης.
"The performance of the system improved dramatically with the automatic pressure regulator."
Η απόδοση του συστήματος βελτιώθηκε δραματικά με τον αυτόματο ρυθμιστή πίεσης.
Η λέξη "automatic" προέρχεται από το ελληνικό "αυτόματος" (αυτο- + -ματικός), ενώ η λέξη "regulator" προέρχεται από τη λατινική λέξη "regulare," που σημαίνει "ρυθμίζω."
Συνώνυμα: - pressure control device (συσκευή ελέγχου πίεσης) - pressure stabilizer (σταθεροποιητής πίεσης)
Αντώνυμα: - pressure booster (ενισχυτής πίεσης) - pressure relief valve (βαλβίδα απελευθέρωσης πίεσης)