Η φράση "auxiliary determinant" χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της φράσης "auxiliary determinant" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /ɔːɡˈzɪljəri dɪˈtɜːrmɪnənt/
Η έννοια της φράσης "auxiliary determinant" μπορεί να αναφέρεται σε ένα βοηθητικό στοιχείο ή παράγοντα που χρησιμοποιείται για να καθορίσει ή να επηρεάσει μια ξεχωριστή διαδικασία ή σύστημα. Στη γλώσσα των μαθηματικών και των επιστημών, οι όροι αυτοί χρησιμοποιούνται συχνά για να περιγράψουν πρόσθετα στοιχεία που βοηθούν στη λήψη αποφάσεων ή στην ανάλυση δεδομένων.
"Ο βοηθητικός προσδιοριστής παίζει καθοριστικό ρόλο στην βελτιστοποίηση της λύσης."
"In the context of linear algebra, an auxiliary determinant can simplify calculations."
"Στο πλαίσιο της γραμμικής άλγεβρας, ένας βοηθητικός προσδιοριστής μπορεί να απλοποιήσει τους υπολογισμούς."
"Research shows that an auxiliary determinant can greatly affect the outcome of the experiment."
Η φράση "auxiliary determinant" δεν εμφανίζεται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις στην αγγλική γλώσσα. Ωστόσο, παράδειγμα χρήσης σε ιδιωματικά συμφραζόμενα θα μπορούσε να είναι:
"Η ύπαρξη ενός βοηθητικού προσδιοριστή στη διαδικασία λήψης αποφάσεων συχνά παραβλέπεται."
"A solid auxiliary determinant can be the difference between success and failure."
Determinant: factor, influencer
Αντώνυμα:
Αυτή η ανάλυση παρέχει μια εις βάθος κατανόηση της φράσης "auxiliary determinant", συμπεριλαμβανομένων των σημασιών, των χρήσεων και των γλωσσικών στοιχείων που συσχετίζονται με αυτήν.