Το "availability enhancement" χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό φράση.
/əˌveɪləˈbɪlɪti ɪnˈhɑːnsmənt/
Ο όρος "availability enhancement" αναφέρεται σε διαδικασίες ή στρατηγικές που σχεδιάζονται για να αυξήσουν την διαθεσιμότητα κάποιου προϊόντος, υπηρεσίας ή συστήματος. Συνήθως χρησιμοποιείται στους τομείς της τεχνολογίας, του μάρκετινγκ και της διαχείρισης έργων, όπου η διαθεσιμότητα είναι κρίσιμη για την αποδοτικότητα και την επιτυχία.
Η συχνότητα χρήσης αυτού του όρου είναι σχετικά υψηλή σε επαγγελματικές και τεχνικές συζητήσεις και κείμενα, και χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό πλαίσιο.
The availability enhancement strategies improved customer satisfaction significantly.
Η στρατηγικές βελτίωσης διαθεσιμότητας βελτίωσαν σημαντικά την ικανοποίηση των πελατών.
Our team is focusing on availability enhancement to ensure we meet market demands.
Η ομάδα μας επικεντρώνεται στη βελτίωση της διαθεσιμότητας για να διασφαλίσουμε ότι καλύπτουμε τις απαιτήσεις της αγοράς.
Implementing availability enhancement protocols led to fewer service interruptions.
Η εφαρμογή πρωτοκόλλων βελτίωσης διαθεσιμότητας οδήγησε σε λιγότερες διακοπές υπηρεσιών.
Ο όρος "availability enhancement" δεν είναι ευρέως διαδεδομένος ως μέρος κάποιων ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά μπορεί να ενσωματωθεί σε διάφορες σχετικές φράσεις. Ακολουθούν μερικές προτάσεις:
"We need a thorough availability enhancement plan to avoid downtime."
"Χρειαζόμαστε ένα λεπτομερές σχέδιο βελτίωσης διαθεσιμότητας για να αποφύγουμε τις διακοπές."
"To boost sales, the company has initiated an availability enhancement project."
"Για να ενισχύσει τις πωλήσεις, η εταιρεία έχει ξεκινήσει ένα έργο βελτίωσης διαθεσιμότητας."
"Our availability enhancement measures have received positive feedback from clients."
"Τα μέτρα βελτίωσης διαθεσιμότητας μας έχουν λάβει θετικές αξιολογήσεις από τους πελάτες."
"The focus on availability enhancement has led to increased service reliability."
"Η εστίαση στη βελτίωση της διαθεσιμότητας έχει οδηγήσει σε αυξημένη αξιοπιστία υπηρεσιών."
Ο όρος "availability" προέρχεται από το λατινικό "habilitas", που σημαίνει δυνατότητα ή κατάλληλη κατάσταση. "Enhancement" προέρχεται από το γαλλικό "enhancer", που σημαίνει να ενισχύεις ή να αυξάνεις. Συνδυάζοντας τις δύο αυτές λέξεις, δημιουργείται η έννοια της αυξημένης διαθεσιμότητας.
Συνώνυμα: - Disposability improvement - Accessibility enhancement
Αντώνυμα: - Availability limitation - Accessibility reduction