Η φράση "available time" λειτουργεί ως ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου:
/əˈveɪləbl taɪm/
Η "available time" αναφέρεται στον χρόνο που είναι ελεύθερος ή μη δεσμευμένος από άλλες υποχρεώσεις και μπορεί να χρησιμοποιηθεί για διάφορους σκοπούς, όπως για εργασία, αναψυχή ή προσωπικές δραστηριότητες.
Η χρήση της φράσης είναι αρκετά συχνή. Συνήθως απαντάται σε γραπτό κείμενο, αλλά και σε προφορική συνομιλία, που αφορά την οργάνωση ή τον προγραμματισμό. Η χρήση της είναι τετριμμένη σε επαγγελματικά και καθημερινά πλαίσια.
"I have some available time this afternoon."
"Έχω λίγο διαθέσιμο χρόνο αυτό το απόγευμα."
"Please let me know your available time for a meeting."
"Παρακαλώ ενημερώστε με για το διαθέσιμο χρόνο σας για μια συνάντηση."
"She has more available time now that the project is finished."
"Έχει περισσότερο διαθέσιμο χρόνο τώρα που το έργο ολοκληρώθηκε."
Η "available time" δεν περιορίζεται μόνο σε απλές δηλώσεις, αλλά μπορεί να εμπλέκεται και σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις. Παρακάτω παρατίθενται μερικές:
"Make the most of your available time."
"Εκμεταλλευτείτε στο έπακρο το διαθέσιμο χρόνο σας."
"If you find some available time, we can discuss the project."
"Αν βρείτε λίγο διαθέσιμο χρόνο, μπορούμε να συζητήσουμε για το έργο."
"Use your available time wisely."
"Χρησιμοποιήστε τον διαθέσιμο χρόνο σας με σύνεση."
"He’s trying to schedule his available time for studying."
"Προσπαθεί να προγραμματίσει τον διαθέσιμο χρόνο του για μελέτη."
"During available time, I like to read books."
"Κατά τη διάρκεια του διαθέσιμου χρόνου μου, μου αρέσει να διαβάζω βιβλία."
Η λέξη "available" προέρχεται από το λατινικό "advalere", που σημαίνει "να ισχύει, να είναι δυνατόν". Συνδυάζεται με το "time", που έχει αγγλική προέλευση και αναφέρεται στη χρονική διάσταση.
Συνώνυμα: - free time (ελεύθερος χρόνος) - spare time (επιπλέον χρόνος)
Αντώνυμα: - busy time (κατειλημμένος χρόνος) - occupied time (καταληφθείς χρόνος)