Awnlet είναι ουσιαστικό.
Phonetic transcription: /ˈɔn.lɛt/
Η λέξη awnlet αναφέρεται σε ένα μικρό φούντο ή τρίχα που συχνά β Found σε φως ή σε διάφορα φυτά. Στη γλώσσα των βοτανολόγων, χρησιμοποιείται για να περιγράψει το μικρό φύλλωμα ή τρίχα που συνήθως βρίσκεται στα σπόρους ή στις ταξιανθίες φυτών.
Συχνότητα χρήσης: Η λέξη είναι σπάνια και χρησιμοποιείται κυρίως σε επιστημονικά ή βοτανικά κείμενα. Χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο παρά στον προφορικό λόγο.
Η μικρή τρίχα του γρασιδιού πρέπει να μελετηθεί για τα αναπαραγωγικά της χαρακτηριστικά.
Observing the awnlet under a microscope revealed fascinating details.
Η παρατήρηση της μικρής τρίχας με μικροσκόπιο αποκάλυψε ενδιαφέροντα στοιχεία.
Each plant species has a unique type of awnlet that helps with seed dispersal.
Η λέξη awnlet δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις στην αγγλική γλώσσα, αλλά μπορεί να εμφανίζεται σε ειδικά περιβάλλοντα σχετικά με τη βοτανική.
Η λέξη awnlet προέρχεται από το "awn", που σημαίνει τρίχα ή φούντα σε φυτά, με την προσθήκη του μειωτικού "-let", που υποδηλώνει μικρό μέγεθος.
Συνώνυμα: - hair (τρίχα) - bristle (βότρυς)
Αντώνυμα: - baldness (αφαίρεση τριχών) - smoothness (ομαλότητα)
Αυτές οι πληροφορίες αναδεικνύουν τη σημασία και τη χρήση της λέξης "awnlet" στην αγγλική γλώσσα, καθώς και την περιορισμένη της παρουσία σε καθημερινές ιδιωματικές εκφράσεις.