Επίθετο
/ˈbæk.eɪt/
Η λέξη baccate αναφέρεται σε φρούτα ή άλλους καρπούς που έχουν χαρακτηριστικά παρόμοια με αυτά των μούρων ή είναι μικρά, σφαιρικά και συνήθως μαλακά. Χρησιμοποιείται κυρίως στον τομέα της βοτανολογίας για να περιγράψει φυτά που παράγουν τέτοιους καρπούς.
Χρήση στη γλώσσα Αγγλικά: Η λέξη δεν είναι ιδιαίτερα κοινή στην καθημερινή ομιλία και εμφανίζεται περισσότερο σε γραπτό ή επιστημονικό λόγο, όπως σε περιγραφές βοτάνων ή φυτολογικών χαρακτηριστικών.
The baccate fruits of the plant are rich in vitamins.
Τα μούρα του φυτού είναι πλούσια σε βιταμίνες.
Many botanists study baccate species for their unique properties.
Πολλοί βοτανολόγοι μελετούν τα μούρο-ειδείς είδη για τις μοναδικές τους ιδιότητες.
The baccate structure of these berries allows for easy dispersion by birds.
Η μούρο-ειδής δομή αυτών των μούρων επιτρέπει τη εύκολη διάσπαση από τα πουλιά.
Η λέξη "baccate" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, φράσεις ή γνωμικά στην αγγλική γλώσσα λόγω της ειδικότητάς της. Ωστόσο, μπορεί να συνδεθεί παραδειγματικά με το θέμα των φρούτων σε γενικές συζητήσεις για τη φύση. Παρακάτω είναι κάποιες χρήσεις της λέξης σε σχετικά συμφραζόμενα:
The garden was full of baccate delights, attracting local wildlife.
Ο κήπος ήταν γεμάτος από μούρο-ειδείς απολαύσεις, προσελκύοντας την τοπική άγρια ζωή.
Some medicinal plants produce baccate fruits with healing properties.
Ορισμένα φαρμακευτικά φυτά παράγουν μούρο-ειδείς καρπούς με θεραπευτικές ιδιότητες.
The study of baccate adaptations in plants can reveal much about their evolution.
Η μελέτη των μούρο-ειδών προσαρμογών στα φυτά μπορεί να αποκαλύψει πολλά για την εξέλιξή τους.
Η λέξη baccate προέρχεται από το λατινικό "bacca", που σημαίνει "μούρο". Η κατάληξη "-ate" χρησιμοποιείται για να σχηματίσει επίθετα, υποδεικνύοντας τη σύνδεση με αυτό που περιγράφει.
Συνώνυμα: - Berry-like - Fruity
Αντώνυμα: - Dry (σε σχέση με υπερβολικά σκληρούς καρπούς) - Non-fruit (γενικά φυτά που δεν παράγουν φρούτα)
Αυτές οι πληροφορίες προσφέρουν μια αναλυτική εικόνα για τη λέξη "baccate" και τη χρησιμοποίησή της στην αγγλική γλώσσα.