Το "back run" είναι μια φράση που συνήθως λειτουργεί ως ρήμα ή φράση ρήματος.
/ˈbæk rʌn/
Ο όρος "back run" μπορεί να αναφέρεται σε διαφορετικές έννοιες ανάλογα με το πλαίσιο. Συνήθως, χρησιμοποιείται στο αθλητικό ή αγωνιστικό πλαίσιο για να περιγράψει την κίνηση ενός αθλητή τρέχοντας προς τα πίσω, είτε για προπόνηση είτε για παιχνίδι. Η χρήση της φράσης είναι πιο συχνή στο προφορικό λόγο, καθώς οι αθλητές και οι προπονητές την χρησιμοποιούν για να περιγράψουν συγκεκριμένες κινήσεις κατά την διάρκεια προπονήσεων ή αγώνων.
"Ο προπονητής ζήτησε από τους παίκτες να κάνουν ένα πίσω τρέξιμο για να βελτιώσουν την ευκινησία τους."
"During practice, we focused on the back run technique."
Ο όρος "back run" δεν είναι κοινός σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συγκεκριμένα συμφραζόμενα στον αθλητισμό. Οι παρακάτω προτάσεις δείχνουν πώς μπορεί να ενσωματωθεί σε προτάσεις που περιγράφουν τεχνικές ή στρατηγικές:
"Για να αποφύγει τον αντίπαλο, ο παίκτης εκτέλεσε ένα τέλειο πίσω τρέξιμο."
"In football training, the back run drill enhances defensive skills."
"Στην προπόνηση ποδοσφαίρου, η άσκηση πίσω τρεξίματος ενισχύει τις αμυντικές δεξιότητες."
"Mastering the back run can give you an edge in competitions."
Η φράση "back run" προέρχεται από τα αγγλικά "back" (πίσω) και "run" (τρέχω). Ο συνδυασμός αυτών των λέξεων ενσωματώνει την έννοια του να τρέχεις προς τα πίσω, υποδεικνύοντας τόσο την κατεύθυνση όσο και την ενέργεια της κίνησης.
Συνώνυμα: - reverse sprint - backward run
Αντώνυμα: - forward run - sprint forward
Αυτές οι πληροφορίες προσφέρουν μια σφαιρική άποψη για τη φράση "back run", συμπεριλαμβανομένων των χρήσεών της, της σημασίας της και της σχέσης της με άλλες εκφράσεις και όρους.