Το "backcast" είναι ρήμα.
/bækˈkæst/
Το "backcast" αναφέρεται στη διαδικασία ανάλυσης δεδομένων ή γεγονότων που έχουν ήδη συμβεί, προκειμένου να γίνει εμπεριστατωμένη πρόβλεψη ή αξιολόγηση. Συνήθως χρησιμοποιείται σε τομείς όπως η οικονομία, η κλιματολογία και η στατιστική για να κατανοηθούν οι συνθήκες ή οι τάσεις που οδήγησαν σε ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Στην αγγλική γλώσσα, η χρήση του είναι πιο συχνή σε γραπτό λόγο, ειδικά σε επιστημονικά ή επαγγελματικά κείμενα.
"We need to backcast the data to understand what led to this climate change."
"Χρειαζόμαστε να κάνουμε πισωφόρηση των δεδομένων για να κατανοήσουμε τι οδήγησε σε αυτή την κλιματική αλλαγή."
"The researchers decided to backcast to identify previous trends."
"Οι ερευνητές αποφάσισαν να κάνουν αναδρομική πρόβλεψη για να προσδιορίσουν τις προηγούμενες τάσεις."
Το "backcast" δεν είναι συχνά μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά χρησιμοποιείται σε συγκεκριμένα περιβάλλοντα.
"By backcasting the previous events, we can forecast future outcomes."
"Κάνοντας πισωφόρηση των προηγούμενων γεγονότων, μπορούμε να προβλέψουμε τις μελλοντικές εξελίξεις."
"Using backcasting techniques, the team was able to discern the factors of success."
"Χρησιμοποιώντας τεχνικές πισωφόρησης, η ομάδα μπόρεσε να διακρίνει τους παράγοντες επιτυχίας."
Η λέξη "backcast" προέρχεται από τη σύνθεση της λέξης "back" (πίσω) και του ρήματος "cast" (ρίχνω ή προβλέπω). Αναφέρεται στην ιδέα ότι ρίχνουμε βλέμματα πίσω, σε γεγονότα που έχουν συμβεί.
hindsight analysis
Αντώνυμα: