bad leg - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

bad leg (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η φράση "bad leg" λειτουργεί ως ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/bæd lɛɡ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η φράση "bad leg" αναφέρεται συνήθως σε ένα πόδι που έχει υποστεί βλάβη, πόνο ή ασθένεια. Στο αγγλικό λεξιλόγιο, ενδέχεται να χρησιμοποιείται για να περιγράψει ποικιλία καταστάσεων, όπως τραυματισμούς, αναπηρίες ή καταστάσεις που περιορίζουν τη λειτουργία του ποδιού. Η χρήση της φράσης είναι πιο συχνή στις καθημερινές συνομιλίες (προφορικός λόγος), αν και μπορεί να εμφανίζεται και σε γραπτό κείμενο, κυρίως σε ιατρικά ή κατασκευαστικά συμφραζόμενα.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. He had to use a cane because of his bad leg.
  2. Έπρεπε να χρησιμοποιεί μπαστούνι λόγω του κακού του ποδιού.

  3. She complained about her bad leg after the hike.

  4. Παραπονέθηκε για το κακό της πόδι μετά την πεζοπορία.

  5. The doctor examined the bad leg and suggested rest.

  6. Ο γιατρός εξέτασε το κακό πόδι και πρότεινε ξεκούραση.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η φράση "bad leg" συνήθως δεν χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, όμως υπάρχουν κάποιες σχετικές εκφράσεις που συνδέονται με τραυματισμούς ή περιορισμούς:

  1. "I can’t run a marathon with a bad leg."
  2. "Δεν μπορώ να τρέξω μαραθώνιο με κακό πόδι."

  3. "Don’t put too much pressure on your bad leg."

  4. "Μην ασκείς υπερβολική πίεση στο κακό σου πόδι."

  5. "He tripped because he wasn't careful with his bad leg."

  6. "Έπεσε γιατί δεν ήταν προσεκτικός με το κακό του πόδι."

  7. "It's hard to play soccer with a bad leg."

  8. "Είναι δύσκολο να παίξω ποδόσφαιρο με κακό πόδι."

  9. "She needed physical therapy for her bad leg."

  10. "Χρειάστηκε φυσικοθεραπεία για το κακό της πόδι."

  11. "He often adjusts his activities due to his bad leg."

  12. "Συχνά προσαρμόζει τις δραστηριότητές του λόγω του κακού του ποδιού."

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "bad" έχει γερμανικές ρίζες και προέρχεται από την παλιά αγγλική λέξη "bædde," που σήμαινε "κακός" ή "άσχημος". Η λέξη "leg" προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "leah," που σήμαινε "έκταση" ή "μέλος του σώματος".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - injured leg (τραυματισμένο πόδι) - problematic leg (προβληματικό πόδι)

Αντώνυμα: - healthy leg (υγιές πόδι) - strong leg (ισχυρό πόδι)



25-07-2024