Το "basal arkose" είναι ένα ουσιαστικό.
/bæsəl ˈɑrkɒz/
Η "basal arkose" αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο τύπο ιζηματογενούς βράχου που έχει μια συνήθως υψηλή περιεκτικότητα σε άμμο και φαινόμενα που σχετίζονται με την αρχαία αποθέση. Η θεωρητική βάση αυτού του όρου προέρχεται από την "arkose", που είναι κυρίως μια άμμος που περιέχει μεγάλα ποσοστά από απολιθωμένα κρυστάλλους χαλαρωμένων βράχων. Αυτός ο τύπος γεωϋλικών έχει χρησιμοποιηθεί στην γεωλογία και την πετρολογία για να προσδιοριστούν συγκεκριμένα γεωλογικά χαρακτηριστικά.
Οι γεωλόγοι συγκέντρωσαν δείγματα βασικής αρκόζης από τη κοίτη του ποταμού.
The analysis revealed that the basal arkose was formed during the late Paleozoic era.
Η ανάλυση αποκάλυψε ότι η βασική αρκόζη σχηματίστηκε κατά την ύστερη εποχή του Παλαιοζωικού.
Basal arkose can provide valuable information about the geological history of an area.
Η "basal arkose" δεν θερμαίνεται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις λόγω της εξειδικευμένης φύσης της, αλλά υπάρχουν σχετικές φράσεις που αναφέρονται συνήθως στο γενικότερο θέμα των ιζηματογόνων βράχων. Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι γεωλόγοι χρησιμοποιούν αυτόν τον όρο σε συγκεκριμένα πλαίσια.
Η λέξη "arkose" προέρχεται από το ελληνικό "άρκος", που σημαίνει "άμμος", και το γνωστό "basal" προέρχεται από το λατινικό "basis", που σημαίνει "βάση".
Arenite (γενικότερος όρος για ιζηματογενή βράχο που αποτελείται κυρίως από άμμο)
Αντώνυμα:
Αυτές οι πληροφορίες αναδεικνύουν τη διαφοροποίηση της "basal arkose" στον γενικότερο γεωλογικό χώρο, καθώς και τη σημασία του όρου σε ειδικά επιστημονικά συμφραζόμενα.