Λέξη (noun)
/bās ɡrūp/
Η φράση "base group" αναφέρεται σε μια θεμελιώδη ή κύρια ομάδα ανθρώπων ή πραγμάτων που λειτουργούν ως οι βασικές μονάδες για μια μεγαλύτερη οργάνωση ή σύστημα. Συχνά χρησιμοποιείται σε επιστημονικά ή τεχνικά πλαίσια, καθώς και στον τομέα της διοίκησης και των οργανωτικών σπουδών.
Η φράση εμφανίζεται σε γραπτό πλαίσιο συχνότερα από ότι στον προφορικό λόγο.
Οι ερευνητές δημιούργησαν μια βασική ομάδα για να μελετήσουν τα αποτελέσματα του νέου φαρμάκου.
In the team project, we need to identify our base group before proceeding.
Η φράση "base group" μπορεί να ενταχθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
Ανάλυση της βασικής ομάδας: Αναφέρεται στην αξιολόγηση της θεμελιώδους ομάδας σε οποιαδήποτε μελέτη ή έργο.
Expand the base group: This expression suggests increasing the number of members in the fundamental group.
Επέκταση της βασικής ομάδας: Αυτή η έκφραση προτείνει την αύξηση του αριθμού των μελών στην θεμελιώδη ομάδα.
Strengthen the base group: This phrase indicates the need to enhance the foundational group for better effectiveness.
Η λέξη "base" προέρχεται από τη λατινική λέξη "basis," που σημαίνει "βάση" ή "θεμέλιο." Η λέξη "group" προέρχεται από την γαλλική λέξη "groupe," που σημαίνει "συλλογή" ή "σύνολο."
Συνώνυμα - Fundamental group - Core group
Αντώνυμα - Peripheral group - Auxiliary group