Η φράση "battered letter" είναι ουσιαστικό.
/bætərd ˈlɛtər/
Η φράση "battered letter" αναφέρεται σε ένα γράμμα που έχει υποστεί ζημιές, είναι φθαρμένο ή εμφανίζει σημάδια κακομεταχείρισης. Η χρήση της φράσης μπορεί να αφορά υλικές ζημιές σε μια επιστολή ή μεταφορικά, συζητώντας για επαφή που έχει φθαρεί με το χρόνο.
Η φράση δεν είναι συχνή στη καθημερινή ομιλία, αλλά μπορεί να εμφανιστεί σε λογοτεχνικά κείμενα ή περιγραφές. Χρησιμοποιείται πιο συχνά σε γραπτό πλαίσιο.
The battered letter had clearly been through a lot before reaching me.
Το χτυπημένο γράμμα είχε προφανώς υποστεί πολλές περιπέτειες προτού φτάσει σε εμένα.
She held the battered letter in her hands, tears welling in her eyes.
Κράτησε το χτυπημένο γράμμα στα χέρια της, με δάκρυα να γεμίζουν τα μάτια της.
Η φράση "battered letter" δεν είναι ευρέως χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις, όμως μπορεί να αναφέρεται μεταφορικά:
Example: He felt battered about like a letter in a storm.
Νιώθε ότι ήταν χτυπημένος όπως ένα γράμμα σε μια καταιγίδα.
Not a battered letter: Can refer to someone who is not easily defeated or hurt.
«Όχι ένα χτυπημένο γράμμα»: Μπορεί να αναφέρεται σε κάποιον που δεν ηττάται εύκολα.
Συνώνυμα: - Damaged letter (ζημιωμένο γράμμα) - Worn letter (φθαρμένο γράμμα)
Αντώνυμα: - Pristine letter (απαραίτητο γράμμα) - New letter (καινούργιο γράμμα)