beam - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

beam (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Λέξη

Μέρος ομιλίας: ουσιαστικό

Φωνητική απεικόνιση: - /biːm/ (Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο - IPA) - [bim] (Φωνητική απεικόνιση στα Ελληνικά)

Σημασίες: 1. Ένα μακρύ, υποστηρικτικό, οριζόντιο ξύλο ή μεταλλικό στοιχείο που χρησιμοποιείται για να υποστηρίζει κτήρια, γέφυρες, κλπ. 2. Ένα δυνατό φως ή ακτινοβολία που εκπέμπεται από μια πηγή φωτός. 3. Μία γωνή ή γραμμή φωτεινής ακτινοβολίας.

Συχνότητα και Χρήση: Η λέξη "beam" χρησιμοποιείται με συγκεκριμένη συχνότητα στην αγγλική γλώσσα. Χρησιμοποιείται τόσο στην προφορική όσο και στη γραπτή γλώσσα, και αναφέρεται συνήθως σε έννοιες όπως φωτεινές δέσμες ή δομικά στοιχεία.

Ετυμολογία: Η λέξη "beam" προέρχεται από τα Αγγλικά μέσω της Παλαιάς Αγγλικής "bēam" του γερμανικού αρχικού "boumaz".

Παραδείγματα: 1. Turn on the bright beam of the headlights. (Ανάψτε το λαμπερό φως των φώτων.) 2. They used steel beams to support the structure of the building. (Χρησιμοποίησαν χάλυβα για να υποστηρίξουν τη δομή του κτιρίου.)

Σταθερές Εκφράσεις με τη χρήση της λέξης "beam":

  1. To beam with pride: Με υψηλούς τόνους περηφάνειας.
  2. To beam a smile: Να χαμογελάμε φωτεινά.
  3. To beam down: Να εκπέμπουμε δέσμες ενέργειας.

Παραδείγματα Σταθερών Εκφράσεων: 1. She was beaming with pride when she received the award. (Έλαμπε από περηφάνια όταν πήρε το βραβείο.) 2. He beamed a smile across the room. (Έστειλε ένα φωτεινό χαμόγελο σε όλο το δωμάτιο.) 3. The sun beamed down on the beach, warming the sand. (Ο ήλιος έρχονταν με δυναμικά φωτίζοντας την παραλία και ζεσταίνοντας την άμμο.)

Συνώνυμα και Αντώνυμα:

Συνώνυμα: δέσμη, ακτινοβολία, δοκός Αντώνυμα: σκοτάδι, έλλειψη ορατότητας