Ο όρος "beam of light" αποτελεί φράση που λειτουργεί ως ουσιαστικό.
/biːm əv laɪt/
Η φράση "beam of light" αναφέρεται σε μια λεπτή, κατευθυνόμενη ροή φωτός. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει την οπτική εκδήλωση του φωτός καθώς κινείται μέσα σε έναν χώρο, όπως για παράδειγμα όταν το φως διέρχεται από ένα άνοιγμα ή αντανακλάται από μια επιφάνεια.
Στη γλώσσα των αγγλικών, η φράση κυριαρχεί σε τόσο προφορικό όσο και γραπτό λόγο, αν και μπορεί να συναντάται πιο συχνά σε επιστημονικά ή ποιητικά κείμενα.
"The beam of light was shining through the window."
(Η ακτίνα φωτός έλαμπε μέσα από το παράθυρο.)
"As the sun rose, a beam of light illuminated the room."
(Καθώς ανέτειλε ο ήλιος, μια δέσμη φωτός φωτίσε το δωμάτιο.)
"He followed the beam of light to find his way."
(Ακολούθησε την ακτίνα φωτός για να βρει το δρόμο του.)
Η φράση "beam of light" χρησιμοποιείται επίσης σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, όπως:
"A beam of light in the darkness."
(Μια ακτίνα φωτός στο σκοτάδι.)
Σημαίνει μια ελπίδα ή μια σωτήρια λύση σε δύσκολες καταστάσεις.
"To beam with light."
(Να ακτινοβολεί με φως.)
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που είναι πολύ χαρούμενος ή ενθουσιασμένος.
"Caught in a beam of light."
(Σα να πιάστηκε σε μια δέσμη φωτός.)
Μπορεί να αναφέρεται σε κάποιον που είναι εστιασμένος ή που έχει προσελκύσει την προσοχή.
"A beam of light at the end of the tunnel."
(Μια δέσμη φωτός στο τέλος του τούνελ.)
Σημαίνει ότι υπάρχει ελπίδα για καλύτερες ημέρες στο μέλλον.
"Like a beam of light, he entered the room."
(Σαν μια ακτίνα φωτός, μπήκε στο δωμάτιο.)
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που φέρνει θετική ενέργεια.
Η λέξη "beam" προέρχεται από την αγγλική γλώσσα, και το οποίο σε παλαιότερες μορφές δεν σημαίνει μόνο φωτισμό αλλά και δόρυ ή ξύλο. Ο όρος "light" προέρχεται από την παλαιοαγγλική λέξη "leoht", που σημαίνει ότι σχετίζεται με τη φωτεινότητα.
Συνώνυμα: - ray of light (ακτίνα φωτός) - shaft of light (δόση φωτός)
Αντώνυμα: - beam of darkness (δέσμη σκοταδιού) - absence of light (έλλειψη φωτός)