"Beam roof" είναι ένα ουσιαστικό σύνθετο.
/biːm ruːf/
Η "beam roof" αναφέρεται σε μια στέγη που στηρίζεται σε δοκούς (beam). Αυτές οι δοκοί είναι συνήθως κατασκευασμένες από ξύλο ή μέταλλο και χρησιμοποιούνται για να υποστηρίξουν το βάρος της στέγης, καθώς και για να διανέμουν τη φορτίση σε βαθμίδες αποδοχής για τα τοιχώματα του κτιρίου. Οι στέγες με δοκούς χρησιμοποιούνται σε διάφορους τύπους κτιρίων, συμπεριλαμβανομένων κατοικιών και εμπορικών εγκαταστάσεων.
Η χρήση της φράσης είναι πιο συνηθισμένη σε τεχνικά και αρχιτεκτονικά συμφραζόμενα, ώστε να περιγραφούν οι δομές της στέγης.
Ο αρχιτέκτονας σχεδίασε μια όμορφη στέγη με δοκούς για να βελτιώσει την αισθητική του σπιτιού.
We renovated the old barn and replaced the damaged beam roof.
Ανακαινίσαμε τον παλιό στάβλο και αντικαταστήσαμε τη κατεστραμμένη στέγη με δοκούς.
The beam roof provides excellent support and durability for commercial buildings.
Η φράση "beam roof" δεν είναι συνήθως μέρος ιδιωματικών εκφράσεων στην αγγλική γλώσσα. Ωστόσο, εδώ είναι μερικές συνθήκες όπου μπορεί να χρησιμοποιηθεί:
Το σπίτι έχει κατασκευαστεί για να διαρκεί με μια ισχυρή στέγη με δοκούς από πάνω του.
You could feel safe under the sturdy beam roof during the storm.
Μπορούσες να νιώσεις ασφαλής κάτω από τη στιβαρή στέγη με δοκούς κατά τη διάρκεια της καταιγίδας.
His plans included a beam roof design that maximizes sunlight.
Τα σχέδιά του περιλάμβαναν ένα σχέδιο στέγης με δοκούς που μεγιστοποιεί το φως του ήλιου.
A beam roof is often more aesthetically pleasing than a flat roof.
Η λέξη "beam" προέρχεται από την Παλαιά Αγγλική "bēam," που σημαίνει δοκός ή οριζόντιο στοιχείο, ενώ η λέξη "roof" προέρχεται από την Παλαιά Αγγλική "hrōf," που σημαίνει στέγη ή κάλυψη.
Συνώνυμα: - Truss roof (στραβόσχιστη στέγη) - Arch roof (καμάρα στέγης)
Αντώνυμα: - Flat roof (επίπεδη στέγη) - Shed roof (στέγη ραχών)
Η "beam roof" είναι μια πολύ σημαντική έννοια στον τομέα της κατασκευής και της αρχιτεκτονικής, και η καλή κατανόησή της είναι απαραίτητη για την επίτευξη βιώσιμων και ασφαλών κτιριακών σχεδιασμών.