Beam-lead: ονομασία (noun)
/biːm liːd/
Η λέξη beam-lead αναφέρεται συνήθως σε μια δομή ή στοιχείο που χρησιμοποιείται στη μηχανική ή τη φυσική για να υποστηρίζει ή να κατευθύνει μια δέσμη ενέργειας, όπως ηλεκτρονίων ή φωτός. Αυτή η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως στο πλαίσιο της προχωρημένης τεχνολογίας, όπως οι μικροηλεκτρονικές συσκευές.
Η λέξη beam-lead δεν είναι πολύ συχνή στην καθημερινή γλώσσα και εμφανίζεται κυρίως σε τεχνικά και επιστημονικά κείμενα. Χρησιμοποιείται περισσότερο στο γραπτό πλαίσιο παρά στον προφορικό λόγο.
Η δομή του στήριγμα δέσμης ήταν ουσιαστική για τη σταθερότητα της νέας ηλεκτρονικής συσκευής.
Engineers often consider the beam-lead design for microelectronic applications.
Η λέξη beam-lead δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με όρους από τη μηχανική για να δώσει έμφαση σε συγκεκριμένες εφαρμογές.
Η λέξη beam-lead προέρχεται από το αγγλικό "beam" που σημαίνει "ακτίνα" ή "δέσμη" και "lead" που σημαίνει "στήριγμα" ή "κατεύθυνση". Συνδυάζει έτσι την ιδέα μιας δομής που οδηγεί ή στηρίζει μια δέσμη ενέργειας.
Αυτή η ανάλυση της λέξης beam-lead παρέχει μια πληρέστερη εικόνα της σημασίας και των χρήσεών της στην τεχνική ορολογία.