bedbound - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

bedbound (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Φωνητική μεταγραφή

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "bedbound" χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα άτομο που περιορίζεται να μείνει στο κρεβάτι λόγω αναπηρίας, ασθένειας ή άλλων ιατρικών παραγόντων. Είναι συχνά συνδεδεμένη με καταστάσεις όπου η κινητικότητα του ατόμου είναι περιορισμένη και συνεπώς απαιτεί βοήθεια για τις καθημερινές του ανάγκες.

Παραδείγματικές προτάσεις

  1. He has been bedbound for several weeks due to his illness.
  2. Αυτός είναι περιορισμένος στο κρεβάτι για αρκετές εβδομάδες λόγω της ασθένειάς του.

  3. The bedbound patient requires assistance with daily activities.

  4. Ο κλινικώς κλινήρης ασθενής χρειάζεται βοήθεια με τις καθημερινές δραστηριότητες.

  5. Being bedbound can lead to feelings of isolation.

  6. Η περιορισμένη στο κρεβάτι κατάσταση μπορεί να οδηγήσει σε αισθήματα απομόνωσης.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "bedbound" δεν είναι ιδιαίτερα κοινή σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με άλλες λέξεις για να σχηματίσει φράσεις με συγκεκριμένο νόημα.

  1. "Bedbound and bored"
  2. Είμαι περιορισμένος στο κρεβάτι και βαριέμαι.

  3. "Living a bedbound life"

  4. Ζώντας μια ζωή περιορισμένη στο κρεβάτι.

  5. "He feels trapped in a bedbound state."

  6. Αισθάνεται παγιδευμένος σε μια κατάσταση περιορισμένη στο κρεβάτι.

Ετυμολογία

Η λέξη "bedbound" είναι μια σύνθεση των λέξεων "bed" (κρεβάτι) και "bound" (περιορισμένος ή δεμένος). Πρώτη εμφάνιση στον τόπο γραφής στα μέσα του 20ου αιώνα, πιθανόν σε ιατρικά αναγνώσματα.

Συνώνυμα και Αντώνυμα



25-07-2024